Σ’ αυτό
φιλοξενήθηκαν κατά τη κατοχή Κύπριοι
και Άγγλοι στρατιώτες και αυτό
αποτέλεσε την αιτία επιδρομής των
Ιταλών το 1942, με αποτέλεσμα να
πυρποληθούν τα περισσότερα κτίρια του
Μοναστηριού.
Σήμερα
διασώζεται πολεμόπυργος, με θολωτή
στέγη και πολεμίστρες ενώ υπάρχει
ορατότητα με το πύργο του καπετάν
Κιτρινιάρη, χαμηλότερα στη πλαγιά.
Παλιότερα
και μέχρι τον Μεσοπόλεμο υπήρχαν
καλόγεροι στο Μοναστήρι, που
αποτελούσε μετόχι του Μεγάλου Σπηλαίου.
Το ερειπωμένο
Μοναστήρι στέκεται περήφανο ανάμεσα
στις καρυδιές και στις κερασιές της
πανέμορφης ρεματιάς, ενώ το λιγοστό
νερό από την υπερχείλιση της κοντινής
δεξαμενής κυλάει ανάμεσα στα βράχια
και σε ορισμένα σημεία σχηματίζει
μικρές λιμνούλες.
Εκεί κατά καιρούς
βρίσκονται και καβούρια, που στο
καύκαλό τους λέγεται ότι διακρίνεται
το γράμμα «Β». Ο επισκέπτης δροσίζεται
από στάλες νερού που αναβλύζουν από τα
τοιχώματα της πλούσιας σε βλάστηση
ρεματιάς, η οποία φιλοξενεί τη πανίδα
και ορνιθοπανίδα της περιοχής. Από εδώ
αρχίζει το Φαράγγι της Νούπαντης το
οποίο καταλήγει στη παραλία «του Φονέα»,
ανατολικά της Καρδαμύλης.
Στις 8 Σεπτεμβρίου,
εορτή των γενεθλίων της Παναγίας,
εορτάζεται η ομώνυμη εκκλησία που
βρίσκεται στο περίβολο του Μοναστηριού,
από τους προσκυνητές των κοντινών
χωριών.
Αναλυτικά στοιχεία
για το Μοναστήρι, την εκκλησία και τους
θρύλους, βρίσκονται στο βιβλίο του
αείμνηστου Γιάννη Π. Ταβουλαρέα «ΣΑΜΟΗΛΙ
– ΒΑΪΔΕΝΙΤΣΑ», Καλαμάτα 1970, από το
οποίο αντλήθηκαν πολλά στοιχεία για το
παραπάνω κείμενο.