Οι εξελίξεις
αυτές οδήγησαν στην ανάληψη
συστηματικότερης δράσης εκ μέρους των
Τούρκων. Ο Αλή Μπούμικο αντικαταστάθηκε και
στη θέση του διορίστηκε ο διοικητής του
Μοριά Αχμέτ. Ο νέος διοικητής επικεφαλής
ισχυρών δυνάμεων την άνοιξη του 1481 έφθασε
στο Μυστρά και χωρίζοντας το στράτευμά του
σε δυο τμήματα εισέβαλε στη Μάνη με το ένα
ενώ το άλλο απέκλεισε τις οδούς διαφυγής
προς τη Μεσσηνία.
Στις 8 Απριλίου
1481 ο Αχμέτ επιτέθηκε εναντίον των
στασιαστών στην περιοχή της Καστάνιας και
τους διέλυσε, υποχρεώνοντας τον Κλαδά με
τους άνδρες του να καταφύγουν νοτιότερα
προς το Πόρτο Κάγιο απ' όπου τους παρέλαβαν
οι γαλέρες της Νεαπόλεως του Φερδινάνδου Β'
(1479-1516) που είχαν εν τω μεταξύ πλεύσει στην
περιοχή και τους μετέφεραν στην Ιταλία.
Ωστόσο η δράση
του Κροκόδειλου Κλαδά δεν τελειώνει εδώ. Η
γεμάτη από πολεμικές περιπέτειες ζωή του
συνεχίζεται στο ίδιο μοτίβο. Ένα μήνα μετά
την άφιξή του στο Βασίλειο της Νεαπόλεως ο
Κλαδάς με τους συντρόφους του παίρνει μέρος
σε νέες επιχειρήσεις του δούκα της
Καλαβρίας Αλφόνσου εναντίον των τουρκικών
προγεφυρωμάτων στην Απουλία. Για τις
υπηρεσίες του αυτές αλλά και για την εν
γένει δράση του στη Μάνη θα τιμηθεί από το
Φερδινάνδο Β' με τιμητικούς τίτλους και
πλούσιες χορηγίες. Ωστόσο οι τιμές αυτές
δεν οδηγούν και στην αποστράτευση καθώς τον
Αύγουστο του 1481 ο Κλαδάς θα βρεθεί στα
πατρογονικά χώματα της Ηπείρου όπου
συντηρείται διαρκής επαναστατική
αναταραχή από τους Χιμαριώτες.
Φυσικά η
ανάμειξη του βασιλιά της Νεαπόλεως είναι
προφανής και γι' αυτό ο Ιωάννης Καστριώτης
με τις δυνάμεις του και αυτές του
Κροκόδειλου Κλαδά, ενώνονται με δυνάμεις
άλλων Αλβανών στρατιωτικών και δοκιμάζουν
την τύχη τους στην περιοχή του Αυλώνα, όπου
γνωρίζουν συντριπτική ήττα και το πράγμα
φαίνεται να οδηγείται σε οικτρή αποτυχία. Ο
θάνατος όμως του σουλτάνου Μωάμεθ Β' του
Πορθητή και οι διενέξεις που ακολουθούν για
την διαδοχή του υποχρεώνουν τον διοικητή
της περιοχής Γκεντίκ Αχμέτ να σπεύσει προς
την Κωνσταντινούπολη.
Η συγκυρία αυτή
επαναφέρει τον ενθουσιασμό και την ελπίδα
στους επαναστάτες της Χιμάρας και έτσι ο
Κλαδάς μαζί με τον Καστριώτη και τους
άλλους σε λίγες μέρες κυριεύουν όλη την
περιοχή της Χιμάρας και απομονώνουν τον
τοπικό Τούρκο στρατιωτικό διοικητή στο
φρούριο του Σοποτού. Ο νέος μπεηλέρμπεης
της Ρούμελης Σουλεϊμάν που προσπάθησε με
3.000 στρατιώτες να βοηθήσει τους κλεισμένους
στο φρούριο του Σοποτού πέφτει σε ενέδρα
του Κλαδά, συλλαμβάνεται αιχμάλωτος και
στέλνεται ως όμηρος στον δούκα της
Καλαβρίας. Τελικά το φρούριο του Σοποτού
πέφτει στα χέρια των επαναστατών (31
Αυγούστου 1481) και ο Ιωάννης Καστριώτης
διορίζεται διοικητής της Χιμάρας εν
ονόματι του βασιλιά της Νεαπόλεως.
Τελικά όμως μέσα
στους γενικότερους συμβιβασμούς και τις
εκατέρωθεν αμοιβαιότητες η περιοχή της
Χιμάρας θα επανέλθει το 1492 και πάλι υπό
τουρκική κατοχή, ενώ οι Χιμαριώτες θα
γνωρίσουν άγριες διώξεις από τις δυνάμεις
του μεγάλου βεζίρη Γιαχγιά πασά που θα
δράσει ανενόχλητος στην περιοχή.
Και ο
Κροκόδειλος Κλαδάς; Μετά την δράση του στη
Χιμάρα χάνουμε τα ίχνη του. Πάντως φέρεται
ότι επέστρεψε και πάλι στη Μάνη
συνεχίζοντας τις ενέργειές του εναντίον
των Τούρκων για να ανακτήσει τις παλιές
κτήσεις του. Εκεί τελικά συλλαμβάνεται από
τους Τούρκους οι οποίοι τον έγδαραν ζωντανό.
Οι γιοι του Θεόδωρος και Μανόλης κατά τις
επιχειρήσεις του Β' Τουρκοβενετικού
Πολέμου (1499-1503) στάλθηκαν από τους Βενετούς
στη Μάνη με σκοπό να υποκινήσουν σε
ανταρσία τους κατοίκους της περιοχής, αλλά
η πτώση της Κορώνης στα χέρια των Τούρκων
(1500) τούς ανάγκασε να εγκαταλείψουν την
περιοχή και να καταφύγουν στη Μονεμβασιά
καθώς υπήρχε άμεσος κίνδυνος να
απομονωθούν και να συλληφθούν από τους
Τούρκους.
Η στρατιωτική
δράση του Κροκόδειλου Κλαδά καλύπτει
περίοδο σχεδόν 30 ετών και έχει ως κύριο
πεδίο αναφοράς την Πελοπόννησο και
ιδιαίτερα την περιοχή της Μάνης. Η
συμπεριφορά του κινείται ανάμεσα στην
προσφορά υπηρεσιών στους Βενετούς αλλά και
προς τους Τούρκους στα πρώτα χρόνια της
δράσης του. Είναι δύσκολο να υποστηρίξει
κανείς ότι βρισκόμαστε μπροστά σε εκδήλωση
απελευθερωτικού κινήματος όπως το εννοούμε
αργότερα, τον 19ο και τον 20ό αιώνα.
Ωστόσο η εμπλοκή
του ανάμεσα στις ισχυρές δυνάμεις της
εποχής, Βενετούς και Τούρκους, οι
προτιμήσεις και οι δυσαρέσκειες του ίδιου
και των συστρατιωτών του, δίνουν την
δυνατότητα της διατήρησης μιας εστίας
ανατροπής στην περιοχή εκείνη του Μοριά η
οποία, καθώς γνωρίζουμε, διατήρησε συνεχώς
τα χαρακτηριστικά της ανταρσίας και της
σύγκρουσης.
Αίτηση
(1594)
του Θεοδώρου Κλαδά στη Βενετική Σύγκλητο με
την οποία ζητεί διοικητική θέση στη Ζάκυνθο
σε αναγνώριση των υπηρεσιών που προσέφερε η
οικογένειά του προς τη Βενετία:
Εγώ
Θεόδωρος ο Κλαδάς ο ταπεινός δούλος σας
υπενθυμίζων εις την Υψηλότητα τα
αναρίθμητα δικαιώματα και τας πιστάς
εκδουλεύσεις των προγόνων μου άρχομαι
από της εποχής καθ' ην ούτοι κυρίαρχοι της
Βαρδούνιας επαρχίας ευπορωτάτης του Μορέως
και άλλων επαρχιών του Βραχίονος της Μάνης,
εδωρήσαντο ταύτας εις την Δημοκρατίαν τας
οποίας αύτη παρέλαβε δια του ναυάρχου της
Μεσογείου Βαρβαρίγου και ετέθησαν εις την
υπηρεσίαν αυτής. Αναμιμνήσκω περιπλέον ότι
ο Κορκόνδειλος και Εμμανουήλ Κλαδάς,
αδελφοί υπερασπιζόμενοι ανδρείως τον
Βραχίονα της Μάνης με 150 ιππείς
συνεκρούσθησαν μετά πολυπληθούς
Οθωμανικού στρατού παρά τη Μονεμβασία, όπου
ο μεν Κορκόνδειλος εζωγρήθη και εξεδάρη ζων,
ο δε Εμμανουήλ εξηκολούθησε
υπερασπιζόμενος της επαρχίας υμών...
(Το
απόσπασμα της επιστολής από το φυλλάδιο με
τον τίτλο Αρχαία ιστορικά γεγονότα της
οικογενείας των κομήτων Κλαδαίων από τα 1336
μέχρι τα 1830, Αθήνα 1872, όπου το ιταλικό
πρωτότυπο, καθώς και ελληνική και αγγλική
μετάφρασή του).
Βιβλιογραφία
-Ιστορία
του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτικής Αθηνών), τ. Ι'
(1974), σ. 276-279.
-Απόστ. Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου
Ελληνισμού, τ. Γ' (1968), σ. 50-53.
-Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, Αθήνα
1869, σ. 37-38.
-Κ. Σάθας, Ελληνικά ανέκδοτα, τ. 1, Αθήνα
1867.
-Κ. Σάθας, Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει
και αναγέννησις της Ελληνικής τακτικής,
Αθήνα 1885.
Δημοσίευμα της εφημερίδας ΤΑ
ΝΕΑ (11-08-2000)