Ψάρεμα
με Γιουρτάρι
Του Χρ. Μ.
Μανδραγουρέα
Το γιουρτάρι
είναι ο λεγόμενος κιούρτος. αλλά
διαφέρουν το ένα από το άλλο στο εξής: Ο
μεν κιούρτος είναι από σύρμα γαλβανιζέ,
ενώ το γιουρτάρι είναι κατασκευασμένο
από λουσία, είδος άγριου φυτού που το
βρίσκεις σε λόγγους ή σε ποτάμια. Τα
λουσία έχουν κορμό λεπτό, λείο και
στρογγυλό και μήκος 40 έως 60 εκατοστά.
Ήτανε φυσικό οι παλαιότεροι να
ανακαλύψουν και να χρησιμοποιήσουν
αυτό το θαυμάσιο φυτικό «σύρμα».
Υπήρχανε παλαιότερα αλλά και σήμερα
τεχνίτες που πλέκουνε γιουρτάρια από
λουσία. Το πλέξιμο, η κατασκευή του
γιουρταριοϋ γίνεται όταν τα λουσία
είναι ακόμα φρεσκοκομμένα και πράσινα.
Με τον καιρό βέβαια τα λουσία
ξεραίνονται, στο έτοιμο πλέον
γιουρτάρι και παίρνουνε το χρώμα του
άχυρου ή του ξερού χόρτου.
Το γιουρτάρι
να το φανταστείτε, όσοι δεν το έχετε δεί
ποτέ και δεν ξέρετε ούτε τον κιούρτο,
σαν δυο λεκάνες που ενώνονται και
κλείνουν αντικρυστά η μια με την άλλη,
αφήνοντας μόνο δυο ανοίγματα. Το ένα
από την πάνω πλευρά και το άλλο από την
κάτω. Στο επάνω μέρος του γιουρταριού η
τρύπα είναι έτσι κατασκευασμένη σαν
στρογγυλή είσοδος που αφήνει εύκολο
δρόμο για να μπουν τα ψάρια, αλλά κάνει
δύσκολη -αν όχι εντελώς αδύνατη- την
έξοδό τους.
Στην κάτω
πλευρά, στην βάση, έχει μια άλλη τρύπα.
αλλά εκεί βάζουμε μια στρογγυλή πλάκα
από το έξω μέρος και την δένουμε. Η
πλάκα έχει δυο χρησιμότητες. Εμποδίζει
τα ψάριά να φύγουν και δίνει βάρος στο
γιουρτάρι για να πηγαίνει κάτω στο βυθό
και να είναι σταθερό.
Καλά τα
είπαμε όλα για την κατασκευή του
γιουρταριού. Τώρα το πρόβλημα είναι πώς
θα μπουν τα ψάρια μέσα. Για να
προσελκύσουμε τα ψάρια πρέπει να τους
βάλουμε κάτι για να πάνε να φάνε. Το
δόλωμα των ψαριών αυτών είναι ο αχινός
ή αχινέος, όπως τον λέμε στη Μάνη, που
όλοι τον ξέρετε.
Καθαρίζουμε
τον αχινέο από τα αγκάθια του, για να
μην φοβούνται τα ψάρια. Το καθάρισμα
γίνεται με μαχαίρι ή με τρίψιμο του
αχινέου στα βράχια. Έτσι «καραφλό» τον
ανοίγουμε στη μέση. εκεί που είναι το
στόμα του και έτσι φαίνονται τα αυγά
του και τον τοτοποθετούμε μέσα, από την
επάνω τρύπα, στο κέντρο του γιουρταριού.
Για να
σταθεροποιήσουμε τον αχινό έχουμε
δέσει ένα σπάγκο σε ένα μέρος του
γιουρταριού. Την μία άκρη την περνάμε
επάνω από τον αχινό. Τεντώνουμε τον
σπόγγο, τον δένουμε σε άλλο μέρος και
έτσι στερεώνεται ο αχινός για να είναι
σταθερός και να μην κουνιέται.
Κόβουμε ένα
κομμάτι σπόγγο περίπου 80 εκατοστά και
τις δύο άκρες τις δένουμε στα πλαϊνά
του γιουρταριού και στη μέση δένουμε
ένα άλλο λεπτό σχοινί μεγάλο 15 με 20
μέτρα και πετάμε το γιουρτάρι στη
θάλασσα. Δεν το ρίχνουμε όπου να είναι.
Πρέπει να ξέρεις πού θα το ρίξεις. Μόλις
ρίξουμε το γιουρτάρι στη θάλασσα,
αμέσως καθαρίζουμε έναν αχινέο και
μετά αρχίζουμε να τραβάμε το σχοινί και
να φέρνουμε το γιουρτάρι κοντά μας.
Από μακριά
καταλαβαίνεις αν έχει ψάρια μέσα. Πώς
το καταλαβαίνείς; Αν δεις τον αχινό που
έχεις βάλει μέσα και είναι άσπρος, να
ξέρεις πως έχει και ψάρια.
Τώρα πώς θα
βγουν τα ψάρια από μέσα. Επειδή από την
επάνω τρύπα είναι δύσκολο να βγουν τα
ψάρια ο κατασκευαστής στο πλάι έχει
αφήσει μια μικρή πόρτα και από το έξω
μέρος έχουμε βάλει ένα κομμάτι πετσί
για να κλείνουμε την πόρτα, ώστε να μην
φεύγουν τα ψάρια.
Τον αχινό
τον βγάζουμε από μέσα με ένα γυριστό
σύρμα. Το γιουρτάρι στο επάνω μέρος δεν
είναι επίπεδο. Το πλέξιμο έχει γυρίσει
προς τα κάτω και οι μυτερές άκρες από τα
λουσία, όπως συναντιώνται στο λαιμό της
εισόδου, εμποδίζουνε τα ψάρια να βγούνε
προς τα έξω.
Όταν θέλουμε
να πάμε για ψάρεμα με το γιουρτάρι, από
την προηγούμενη μέρα, πηγαίνουμε και
βγάζουμε αχινέους. Τους βάζουμε μέσα σε
ένα κοφίνι ή σε ένα δοχείο και μετά στη
θάλασσα. Την άλλη μέρα, πολύ πρωί, πάμε
και τους παίρνουμε και πάμε για ψάρεμα.
Τους
αχινέους που θα ψαρέψουμε πρέπει να
είναι ζωντανοί γι' αυτό τους βάλαμε στο
νερό. Γιατί αν μείνουν έξω από το νερό
θα ψοφήσουν και θα μυρίσουν. Και αυτοί
δεν κάνουν για ψάρεμα. Κατά διαστήματα
τους βουτάμε μέσα στο νερό για να είναι
πάντα ζωντανοί, γιατί το ψάρεμα γίνεται
τους καλοκαιρινούς μήνες που έχει
ζέστη.
Τα ψάρια που
πιάνουμε με το γιουρτάρι είναι: Γήλοι.
Χαλκιάδες, Βασιλοπεταρίδες,
Γαϊτανούρες, Παπαδιές, Σουκίδες κ.ά.
Το χρώμα του
γιουρταριού, όπως είπαμε και στην αρχή,
είναι πράσινο, γιατί τα λουσία που
χρησιμοποιήθηκαν είναι ακόμα χλωρά.
Μετά όμως από μερικά ψαρέματα, το
γιουρτάρι ασπρίζει. Τότε και εμείς
πρέπει να το βάψουμε. Το βάψιμο γίνεται
από ένα χόρτο που λέγεται μπορμονιά.
Την κοπανάμε, την βάζουμε μέσα σε ένα
πανί και το στίβουμε. Βγαίνει ένα ζουμί
πράσινο και με αυτό το ζουμί βάφουμε το
γιουρτάρι, γιατί άμα είναι βαμμένο
μπαίνουνε πιο καλά τα ψαριά μέσα.
Από την
εφημερίδα «ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ», έτος 2ο,
Νοέμβριος 1989, αρ.φ. 21. |