Η
Βελανιδιά της Μαρίτσας
(Δένδρακας
& Άνθρωπος)
«Δένδρακά
μου δένδρακά μου
Ρήγα μου κι Αλή πασά μου,
πως το καταδέχτης
και ξαπλώθηκες στους δρόμους
γύρω γύρω στους γειτόνους;
Όλοι στον
ίσκιο σου καθούντανε
και δροσολογιζούντανε.
Χαράς κουβέντες
λέγανε
κι οι κόπωσες εφεύγανε.
Σουδειάς
κουβέλια φέρνανε
τα όνειρα που βλέπανε.
Χαρά, κορώνα μ'
Δένδρακά μου,
λύπη πολλή αφήνεις
στην γκαρδιά μου".
Μοιρολόι της
Μαρίτσας Α. Καραμάνου από τον Πύργου
του Λεύκτρου.
Με τη σκέψη
ότι το μοιρολόι είναι ασυνήθιστο αφού
δεν μιλάει για ανθρώπινο πόνο, θέλησα
να ψάξω τη ρίζα του στο βάθος. Εκεί όμως
βρήκα πάλι τον άνθρωπο και αυτόν θα
προσπαθήσω να δώσω μέσα από τη "Φιλοξενία"
ενός δένδρου κατά το «μοιρολόι» αλλά
και τις κάποιες πληροφορίες που
συνέλεξα.
Η γιαγιά
Μαρίτσα λοιπόν είχε στις Πολιάνες, σ'
ένα σταυροδρόμι, ένα δένδρο μεγάλο,
φουντωτό και πολύκλαδο. Απ' αυτό το
δένδρο, σ' εποχές που η κατεργασία των
δερμάτων είχε ανάγκη τις καραβούκλες
της βελάνου, η γιαγιά Μαρίτσα πουλώντας
τες είχε "μπαλώσει" κάποιες
ανάγκες της. Ακόμη, στην πείνα της
κατοχής από τις γλυκές βελόνες του,
είτε ψημένες είτε μετασχηματισμένες σε
"πικρό" ψωμί χόρτασε το στομάχι
της. Πέρα όμως απ' αυτά, τούτο το δένδρο
ήταν η ζωή της, ήταν το σπίτι της - κάτω
από τον ήλιο - όταν πάλευε με τη γη της.
Στη γλυκιά δροσιά του κατέφευγαν κι
άλλοι, κι έτσι γινόντουσαν πολλοί. Σε
κείνη τη φάση ένιωθε, σαν η "οικοδέσποινα",
την υποχρέωση της φιλοξενίας. Άκουγε κι
απάνταγε, έδινε κι έπαιρνε και το
δένδρο - με τον τρόπο του - δυνάμωνε αυτή
η σχέση. Έτσι έγινε βίωμα το προσφάγι να
μοιράζεται αδελφικά, το ασκί να
δροσίζει συνεταιρικά τα ξεραμένα
λαρύγγια και το τραγούδι να ακούγεται
συντροφικά ενώ το χέρι χάιδευε την
αξίνα ή το δρεπάνι. Σε τέτοιες στιγμές
ευτυχίας που συνοδεύονταν όμως από
πολύ κούραση, ένιωσε τον κλέφτικο ύπνο,
με νανούρισμα τα κελάιδια των πουλιών
του δένδρου και όνειρο μια πετυχημένη
σοδειά. Σε τέτοιες στιγμές ευτυχίας
αγάπησε το χωριό της και δέθηκε με το
δένδρακά της.
Αυτό λοιπόν
το δένδρο της, που κυριολεκτικά έκρυβε
τον ήλιο και γινόταν όαση δροσιάς και
ανθρώπινης ζεστασιάς για τους
συγχωριανούς της, μετά από ένα μεγάλο
Βοριά γύρω στο 1950 το είδε να έχει πέσει
κάτω, να έχει κλείσει το σταυροδρόμι, σα
να ‘θελε και μετά την κατάντια του
εκείνη να κρατήσει κοντά του τον κόσμο
του. Μπροστά σε τέτοια θέα και με
ζωντανές τις θύμησες η γιαγιά Μαρίτσα
του είπε το μοιρολόι. Ένα μοιρολόι, που
δείχνει την διαπροσωπική σχέση των
κατοίκων του Μανιατοχωριού, έτσι όπως
διαμοφώθηκε μέσα από τη "φιλοξενία"
μιας βελανιδιάς. Του "ΔΕΝΔΡΑΚΑ",
όπως το θέλουν οι θύμησες.
Του Νικου
Καπετανέα
Από τη
περιοδική έκδοση με τίτλο «Ο ΠΥΡΓΟΣ
ΛΕΥΚΤΡΟΥ», του Συλλόγου Πυργιανών
Μεσσηνιακής Μάνης «Ο Άγιος Γεώργιος». |