Η
ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ ΥΨΙΣΤΗΣ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ
Από
τον Α΄ τόμο του βιβλίου «ΤΟ ΟΙΤΥΛΟ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ
ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ»
του Μιχάλη Γρηγ. Μπατσινίλα
Στην επίπονη
έρευνά μου στην Μάνη για τις άγνωστες ή
παραποιημένες πτυχές της ιστορίας του
τόπου, ερευνώντας στα Μουντανίστικα, τα
τοπωνύμια της περιοχής και την προέλευση
του οικισμού, ένας κάτοικος μου είπε, ότι
στο χωριό του παλιά υπήρχε τράπεζα που
έκοβε νομίσματα, αυτό υποστήριζαν και
ορισμένοι «σοφοί» Μανιάτες ασχολούμενοι με
την ιστορία του τόπου. Μάλιστα μου τόνιζε ο
ντόπιος κάτοικος των Μουντανίστικων, ότι
έρχονται πολλοί και ψάχνανε για θησαυρούς
στην περιοχή που λέγεται Τράπεζα και
Τράπεζες. Του απάντησα λέγοντας ότι δεν
υπήρχε εκεί τράπεζα κοπής χρημάτων, ούτε
θησαυροί, αλλά σίγουρα θα υπάρχει ένας
θησαυρός της Ελληνικής, Βυζαντινής και
Μανιάτικης ιστορίας.
Έτσι σε δεύτερη
επίσκεψή μου στα Μουντανίστικα στις 2-9-97
ερεύνησα τον τόπο που λέγεται Τράπεζα. Από
το χωριό παίρνουμε τον παλιό δρόμο μονοπάτι
που οδηγεί στη Λάγεια, σε πολύ μικρή
απόσταση από το κάτω μέρος του δρόμου
είναι ένας λοφίσκος μαντρογυρισμένος και
καταπράσινος από συκιές και ελιές μια μικρή
όαση στον κατάξερο τόπο. Η ξερολιθιά που
έχει ύψος 2,50 μ., μαντρογυρίζει σχεδόν
κυκλικά μια μικρή έκταση 250-300 τετρ. μέτρα, με
τέσσερα επίπεδα επικλινούς εδάφους, στην
κορυφή σχεδόν λοφίσκου πλαγιάς, που
επιβλέπει την Κυπάρισσο μπροστά κάτω την
αρχαία Καινήπολη. Είναι η Εσωτράπεζα.
Το απλό αυτό
φρουριακό συγκρότημα έχει μπροστά προς την
θάλασσα σε απόσταση 2μ. άλλο τείχος υψηλό
και πιο μπροστά άλλα χαμηλότερα, αυτά τα δύο
μπροστινά τείχη είναι ευθύγραμμα. Ο γύρω
τόπος βέβαια περιττό ν’ αναφέρω είναι
γεμάτος με χνάρια κοπής ογκόλιθων και
κατάσπαρτος από πέτρες γκρεμισμένων
χτισμάτων οχυρώσεων.
Κάτου όμως
χαμηλότερα στην κατωφέρεια, σε απόσταση
μιας πετριάς η βολής ακοντίου προς την
θάλασσα υπάρχει και άλλος τόπος
περιτειχισμένος με ξερολιθιά που χρησίμευε
σαν προκεχωρημένο στρατόπεδο, οχυρό, είναι
η Έξω τράπεζα. Σώζονται και σ’ αυτό μεγάλοι
ξερολίθινοι τοίχοι με μεγάλο φάρδος για να
χρησιμοποιούνται τα υλικά ταυτόχρονα και
στις λιθοβόλες μηχανές όταν χρειαζότανε.
Είναι ένας χώρος επίπεδος σχεδόν, έκτασης 300
τετρ. μέτρων περίπου, σχήμα μάλλον
ορθογώνιου, έχοντας ακουμπιστά και ΒΔ άλλο
τμήμα σχήμα ωοειδές με μισογκρεμισμένους
τοίχους.
Αυτό το χωράφι
στις Τράπεζες λέγεται Αυλές και είναι
ιδιοκτησία Σταματάκου. Σ’ ένα φαρδύ τοίχο
στην δυτική γωνία περίπου του ορθογωνίου
οχυρού στρατοπέδου, υπάρχει μία κρύπτη,
φυλάχτρα ή μπαστούνα, που η είσοδος είναι
τετράγωνη και έχει τέσσερα μακρόνια και
χωράει μέσα να κρυφτούν 2-3 πολεμιστές, ή
όπλα και αγαθά. Στον γύρω τόπο παρατηρείται
κοπή πέτρας, είτε για το χτίσιμο της
τράπεζας, είτε για την δημιουργία κιόνων
και κιονόκρανων, ή άλλων γλυπτών που
έφτιαχναν στις ελεύθερες ώρες τους οι
Τραπεζίτες ακρίτες πολεμιστές, μάλιστα
ανακάλυψα ένα τμήμα τέτοιου γλυπτού.
Οι Τραπεζίτες
στην Αρμενία ονομάζονταν τασινάκια η
τασινάριοι ήσαν εμπροσθοφυλακές των
Βιγκλατόρων έμπαιναν ακόμη και μέσα στις
τάξεις των εχθρών, κατασκόπευαν και
εξολόθρευαν συνάμα.
Οι μέχρι σήμερα
ιστορικοί υποστηρίζουν ότι Τράπεζες
υπήρχαν μονάχα στ’ ασιατικά η άλλα μακρινά
σύνορα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Όμως η
ανακάλυψή μου και η αδιάψευστη ιστορία της
Μάνης που είναι άγραφη μεν, αλλά γραμμένη
και διαιωνιζόμενη στα τοπωνύμια μάρτυρες,
και φωτίζει πτυχές άγνωστες, Βυζαντινών
εποχών. Επίσης κανένας δεν έχει ασχοληθεί
να βρει την ετυμολογία της λέξης Τράπεζα,
ονομασίας των Βυζαντινών προκεχωρημένων
στρατοπέδων. Εγώ την ετυμολογώ ως εξής:
Τρά-πεζα, το
πρώτο συνθετικό παράγεται από το ρήμα τρέπω,
δωρικός τύπος, τράπω, και το δεύτερο
συνθετικό εννοεί τα πεζικά έτσι Τρα-πεζα =
τα πεζά που τρέπουν τους εχθρούς. Έτσι
λέγονταν τα ορεινά στασίδια των
βιγκλατόρων για να διακρίνονται από τους
ευρισκομένους όπισθεν αυτών καβαλλαρίους
βιγλάτορες.
Στην περιοχή το
κυρίως βιγκλατόρι ήταν εκεί που είναι
χτισμένο το χωριό Μουντανίστικα, από κει
βιγκλίζεται η Βάρδια της Άνω Πούλας η
αρχαία Ιππόλα.
Οι τράπεζες στα
Μουντανίστικα και η στρατηγική αξία της
περιοχής θα ήταν ο λόγος που ο τόπος
επιλέχτηκε να σακατέψουν οι Βυζαντινοί
τους Βάνδαλους του Γιζέριχου στην
Καινήπολη το 467-468 μ.Χ. επί Λέοντος Α΄.
Εκεί θα έγινε η
καταστροφική για τους επιδρομείς μάχη και
όχι κάτω στην πεδινή Κυπάρισσο σήμερα, τότε
Καινήπολη, τους παρέσυραν στα ορεινά. Εκεί
πάνω στους ορεινούς όγκους των
Μουντανίστικων, που θα νόμιζαν ότι θα
απέκλειαν τους Βυζαντινούς (Μανιάτες) οι
Βάνδαλοι, εκεί πίσω τους ήταν το βιγκλατόρι
- ένα καμινοβίγκλιο - μια συνέχεια των
αρχαίων φρυκτωριών. Εκεί υπάρχουν δίοδοι
διαφυγής άμα χρειαστεί, αλλά και
υποστήριξης με περισσότερες δυνάμεις
φερμένες δια μέσου Μπουλαριών. Την λέξη την
ετυμολογώ ως εξής:
Μ- πούλα- ρίον.
Το μ χάριν
ευφωνίας στην Μανιάτικη προφορά.
Η λέξη Πούλα
είναι μεταγενέστερη ονομασία όλης της
περιοχής από την αρχαία πόλη Ιππόλα. Η
λέξη ρίον σημαίνει το εξέχων μέρος ξηράς
προς τα πάνω ή προς τα μπρος αλλά και την ροή,
ήτοι την διάβαση το πέρασμα. Έτσι
Μπουλαριός = Το εξέχων μέρος όρους της
περιοχής της Πούλας, η ροή, η διάβαση, το
πέρασμα.
Όπως η πλευρά
των ορέων από την μεριά των Άνω και Κάτω
Μπουλαριών, ανήκε όπως μαρτυρεί τ’ όνομά
τους κατ’ εμέ στην αρχαία Ιππόλα, έτσι και
τα βουνά με τις πλαγιές τους από τα
Μουντανίστικα μέχρι Κυπάρισσο ανήκαν στην
αρχαία Καινήπολή.
Ο τόπος της
μάχης επιλέχτηκε, από τότε έγινε τράπεζα
και κρατήθηκε η οχυρά θέση για όλη την
περίοδο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας,
ακόμη και στα χρόνια που πολεμούσανε την
Τουρκιά, γι’ αυτό άλλωστε δεν έχει
πειραχτεί και δεν πήραν τις πέτρες για
άλλες οικοδομές. Κυρίως όμως δεν έγινε εκεί
κανένα νεώτερο χτίσμα, οπότε θα
χρησιμοποιούσαν τις πέτρες έτσι κι αλλιώς.
Εκεί ήτανε ο
Μούντανος, -το ετυμολογώ απ’ το λατινικό
Montenie που σημαίνει, ο ορεινός, ακρίτας,
βιγκλάτορας πολέμαρχος με την οικογένειά
του, ταγμένοι στην φύλαξη του τόπου,
χαρακτηριστική είναι η ρήση που σώζεται από
στόμα σε στόμα στα Μουντανίστικα «…τρεις
Μούντανοι, εφτά χωσίες…» που σημαίνει ότι
αν και λίγοι έκαναν για πολλούς και
πολεμούσαν ταυτόχρονα με εφτά χωσίες –ενέδρες–
με τόξα ή λιθοβόλα.
Εκεί χτίστηκαν
τα σπίτια τους και οι πύργοι, εξελισσόμενο
στο σημερινό χωριό, ανακυκλώνοντας έτσι τα
υλικά του παλιού καμινοβιγλίου.
|