Αρχική Ιστορία Δήμοι - Χωριά Ήθη - Έθιμα Μοιρολόγια Ποίηση Απόδημοι Αρχιτεκτονική
Εκκλησίες Κάστρα Ταΰγετος Χλωρίδα Πανίδα Σπήλαια Προϊόντα Άρωμα Μάνης
Δημιουργοί Απόψεις Εκδρομές Σύλλογοι Σύνδεσμοι Wallpaper Περιεχόμενα Βιβλιογραφία

 

Προηγούμενη

 

Επικοινωνία

Το Μοιρολόι της Γιαννούς

Επιμέλεια Γεωργία Π. Δημακόγιαννη, Φιλιλόγου.

Η Γιάννου η Τσιριγώταινα, όπως αυτοαποκαλείται, έχει το χάρισμα να εκφράζει ποιητικά τα αισθήματά της, επαληθεύοντας τη γνωστή ρήση: «ο νους μαθαίνει γράμματα και οι λύπες μοιρολόγια».

Ιστορικό πλαίσιο μοιρολογιού: Η Σταυρούλα Τσιριγώτη μοιρολογεί τον άντρα της, που τον έχασε σε ηλικία 24 χρονών. Το μοιρολόγι που ακολουθεί, μου το απαγγέλλει η ίδια, ύστερα από 60 ολόκληρα χρόνια:

"Λαέ μου, σας παρακαλώ,
να μου το επιτρέψετε,
το βίο μου να διηγηθώ
και το δικό μου παρελθόν.

Όντας όπου εβύθισε
και μένα το καράβι μου
και χάθει ο καπετάνιος μου
και μ' άφησε τη σιρμαγιά
στου Κότρωνα τη Χαλικιά,
με δυο κορίτσια μοναχά,
της ρούγας και της αγκαλιάς.

Ο Νίκος μου ήτα στη (γ)κοιλιά
πέντε μηνώ ήμουν μοναχά.
Μα τι να κάνου το φτωχό;
Εμπήκα στο καράβι μου
και το τιμόνι έπιασα
κι αρμένισα ξυλάρμενο
χωρίς πανιά και μηχανή.

Επήγα και το άραξα
στο λιμανάκι του Αλιπιού.
Εκεί αγκυροβόλησα.
Έδεσα τα ρεμέντζια μου
ισόβια και παντοτινά.

Έδεσα το κεφάλι μου
έσφιξα το φουστάνι μου
κι ανασκουμπώθηκα ψηλά
να τ' αναστήσου τ' ορφανά
με δόξα και εγωισμό.

Μα ο Τσιριγώτης ο Ντελής
που ήταν φρόνιμος πολύ
και είχε λάμπη και ακοά
προσηλιακά κι αποσκιερά
με τον (ε)φώτισε ο Θεός
η Παναγία κι ο Χριστός
και τόβαλε στο σκεφτικό
και θέει δεν τόβγαλε καλό,
να μ' έχει όξου στην αυλή,
χωρίς στεκούμενο κλειδί.

Η ηλικία μου μικρή
εικοσιτέσσερω χρονώ
θα μ' έπαιρνε ο πατέρας μου,
άμα γινότα φιλικό.

Μία Δευτέρα δειλινό
στις 20 του Οκτωβριού
ήρθε απάνου στη σκεπή
και έκαμε μία κλιβανή
μούριξε μέσα το κλειδί.

Η σκλάβα του να το κρατεί,
περήφανα να περπατεί,
να του λατρεύει την τιμή,
ώστα υπάρχει ζωντανή.

Όχι δική μου προκοπή,
με του Θεού τη δύναμη.
Ακούστε μου, καλοί Ρωμιοί,
και βαφτισμένοι χριστιανοί,
έσωσε η τύχη μου και κει
και από την άλλη μου μεριά.

Έχασα το Γιώργο μου,
τον άριστό μου αδερφό,
το μέγα Νοματάρχη μου,
όπου ήταν Έλληνας πιστός,
γνήσιος και φυσικός.

Δεν είναι ανάγκη να (ν)το πω
και μήτε να το λογιστώ.
Πράμα ήτα και φαίνοντα
στο (γ) κόσμο και γνωρίζοντα.

Η οποιαδήποτε φιλολογική προσέγγιση του μοιρολογιού είναι περιττή, μπροστά στο μεγαλείο της λιτής και πηγαίας δημιουργίας. Γιατί η Γιαννού δεν έμαθε γράμματα, είναι αυτόφωτη μοιρολογίστρα. Το δε μοιρολόι της, αποτελεί ένα σπάνιο είδος αυτοβιογραφίας, διατυπωμένο ποιητικά, ως θρηνητικό άσμα. Η αναμφισβήτητη αξία του, έγκειται σε δύο λόγους:

α) στο ότι τυγχάνει αδημοσίευτο, άρα πρόκειται για ανεκμετάλλευτο πρωτογενές υλικό και β) είναι γνήσια λαϊκή δημιουργία και έκφραση του ανθρώπινου πόνου, μία έκρηξη ψυχής μπροστά στις αντιξοότητες της ζωής, που οπλίζει τον άνθρωπο με δύναμη για τη συνέχεια του βίου. Ο χωρισμός, η τιμιότητα και η αξιοπρέπεια της συζύγου, η υπερηφάνεια και η υπόσχεση στο νεκρό, συμπληρώνουν το μεγαλείο του μοιρολογιού.

Τα λογοτεχνικά στοιχεία είναι εμφανή και αξιοθαύμαστα, λόγω της προέλευσής τους από το πηγαία λαϊκό, ανεπιτήδευτο αίσθημα. Η προσπάθεια της Μανιάτισσας μοιρολογίστρας, να δώσει μία σοφή αρχιτεκτονική στο έργο της, οδηγεί τελικά σε αναπόφευκτα χάσματα, που δικαιολογούνται. Δεν της έφτανε η χηρεία της με 3 παιδιά, χάνει και τον εκλεκτό αδερφό της. Η μοίρα την κυνηγά...

Οι επισημάνσεις, που θα γίνουν στη συνέχεια, στοχεύουν στο φωτισμό της μανιάτικης ψυχής, μπροστά στην απώλεια του θανάτου. Η Γιαννού με ήρεμη τη συνείδησή της και πλήρη αυτογνωσία νιώθει περήφανη. Όμως το αίσθημα του πόνου μπροστά στο χωρισμό, η ένταση της στιγμής, μ' ένα λόγο η έκσταση, έχει παραμερίσει, για να δώσει τη θέση της στη λογική. Και είναι φυσικός νόμος: ο χρόνος επουλώνει τις πληγές. Ο ιδεαλισμός γίνεται ρεαλισμός, γιατί «η ζωή τραβάει την ανηφόρα» και η Γιαννού έπρεπε να χηραναστήσει τα παιδιά της, έπρεπε να αποδειχθεί άξια μητέρα και τίμια σύζυγος, έπρεπε να ξεχάσει...

Στα 80 της, ζούσε μόνη της, σ' ένα ξεμόνι της Προσηλιακής Μάνης, γιατί δεν ήθελε να είναι «βάρος» στα παιδιά της. Δούλευε και προσπαθούσε να προσφέρει ακόμη και τώρα, τις μητρικές της υπηρεσίες.

Πέρυσι, έτυχε, να συνταξιδεύω μαζί της. Η Γιαννού είχε «παραδώσει τα όπλα» πλημμυρισμένη δάκρυα, μάντεψε την έκπληξή μου και με αποστόμωσε, λέγοντας:

«και τα βουνά ξεπέφτουνε
και οι κάμποι δυστυχούνε».

Είχε περάσει μια περιπέτεια υγείας, που την ανάγκαζε να «ξενιτευτεί», θα αποχωριζόταν τον λατρεμένο της τόπο, την ελευθερία της και θα πήγαινε στα παιδιά της, στην Αθήνα. Ουσιαστικά ένιωθε απόμαχη, η Μανιάττισα ηρωίδα.

Είναι συγκολονιστικό, να ζει κανείς, τέτοιες στιγμές κοντά σε Δυνατούς, που νιώθουν ανήμποροι. Από τότε δεν την ξαναείδα. Τι νά' γίνε άραγε; να ξαναγύρισε στα άγια χώματα, που πότισε με τον ιδρώτα της και στόλισε με τη μεγαλοσύνη της;

Πάντως στη μνήμη μου, θα μείνει ως σύμβολο.

Κατά την αριστοτελική άποψη: «δει προσέχειν των εμπείρων και πρεσβυτέρων ή φρονίμων ταις αναποδείκτοις φάσεσι και δόξαις ουχ ήττον των αποδείξεωνδια γαρ το έχειν εκ της εμπειρίας όμμα ορώσιν ορθώς». Σύμφωνα με την παραπάνω θεωρία, οι αντιλήψεις και οι λόγοι των πολλών είναι μεν αναπόδεικτες, αλλά επειδή προέρχονται από την εμπειρία, εμπεριέχουν αλήθεια και γι' αυτό δεν είναι λιγότερο άξια προσοχής από τα προϊόντα του πνεύματος, που προέρχονται από μία λογική επεξεργασία. Καιρός λοιπόν για λαογραφικές μελέτες.


του Δημαρόγγονα ] του Δάσκαλου ] του Φαντάρου ] του Χωροφύλακα ] του Κοσονάκο ] του Γ. Μούρτζινου ] του Ντάβο ] η Φαρμακεύτρα ] η Λαζαρόνυφη ] [ της Γιαννούς ] Μάνα ]