Λαζαρόνυφη λέγεται, γιατί ο
πεθερός της είχε το όνομα Λάζαρος.
Λέγεται Λαζαρόνυφη και κάθε σύζυγος
ανθρώπου που ανήκει στην οικογένεια
Λαζαράκου ως συνώνυμο του συνηθέστερου
Λαζαριάνιζα.
Το περιεχόμενο του
μοιρολογιού οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
θρηνούσα και θρηνουμένη ανήκουν στην
ίδια πατριά, ίσως αδελφές και ο πρώην
δήμαρχος στενός συγγενής τους. Ο
Λυκουριάνικος γαμπρός συνδέεται με
πράξη, που οδήγησε την πατριά της
θρηνούσης σε ταπείνωση. Υπενθυμίζουμε
ότι η Μανιάτισσα και μετά το γάμο της
ανήκει στην πατριά του πατέρα της από
την οποίαν και δια βίου προστατεύεται.
Αμείωτο διατηρείται το ενδιαφέρον της
για την υλική και ηθική δύναμη της
πατριάς της.
Μωρή καμπάνα ρουσικιά1
και τράπεζα βασιλικιά,
όπου ν’ αγιάσει ο κύρη ζου
κ' η μάννα που ζ' εγέννησε.
Εζούνοσου το δησαυρό2
κ' έβγαινες μεταβατικό,
δάνειζες τη φτωχολογιά
όλο φλουρί και μάλαμα.
Η σκούνα μας αναχωρά,
με δίχως να 'χει συρμαγιά,
φεύγει μ’ ενάντιον καιρό
και βάνει τα πανιά σταυρό3.
Αγροίκα Λαζαρόνυφη,
άιντε να πάεις το Λαύριο4
στο Αϊ Θόδωρο να μπεις,
τον πρώη5 Δήμαρχο6
να βρεις
πες του αν άφηκε χαρτί,
να τρέχ' η Λαζαρόνυφη
σε θάλασσες και σε στειριά
και στου Λεβάντε τα νησιά7,
πες του ζυγώνει εκλογή,
κάρπη να 6άλομε κ’ εμείς.
Ήταν αστάκυα τη γενιάς8
εμένα οι γι αθρώποι9 μου,
μα τώρα καταντήσασι
όλο κοπρέα και φουσκί
κι όγοιος μπορεί τουςε πατεί
κι αν κάμει ποταμοσουρμό,
θν τουςε πάρει ο ποταμός.
Μ' άλλος δε φταίει τίποτα
ο Λυκουργιάνικος γαμπρός
και ο Χρυσοσυμπέθρος.
1. Καμπάνες εκκλησιών της
Μάνης προήρχοντο από τη Ρωσία, συνήθως
προσφορές. Η μοιρολογίστρα επαινεί τη
νεκρή αποκαλώντας την καμπάνα ρουσικιά
για τις ικανότητές της στη σύνθεση και
έκφραση μοιρολογιών και τράπεζα
βασιλικιά για την οικονομική ευρωστία
του σπιτιού της.
2. θ>δ
3. Αποκαλεί τη νεκρή, σκούνα που
φεύγει με φουρτούνα χωρίς το αναγκαίο
για την ευστάθειά της έρμα.
4. Η προς τόπο κατεύθυνση εκφράζεται
με απρόθετη αιτιατική.
5 Πρώη, αρχαίο πρώην.
6. Κατά πληροφορία του Πετρούνια
πρόκειται για τον Παπαδόγγονα, που
σκοτώθηκε και ετάφη στο Λαύριο, όπου
ζούσαν πολλοί Μανιάτες.
7. Εννοεί κυρίως τη Ζάκυνθο, όπου
πολλοί Μανιάτες ήσαν εγκατεστημένοι. Η
προφορά του «σ» τηρείται.
8. Αστάκυα τη γενιάς, δηλαδή
εξέχοντες μεταξύ των μελών της πατριάς.
9. Αθρώποι, διετηρήθη ο δωρικός
τύπος. Οι παροξύτονοι τύποι όλων των
πλαγίων πτώσεων είχαν δημιουργήσει και
την παροξύτονη ονομαστική κατά τον
ισχυρό νόμο της αναλογίας. Την άποψη
αυτή πρώτος, όσο ξέρω, διετύπωσε ο Μ.
Τριανταφυλλίδης.