|
|
|
|
|
|
|
Βαλτέτσι ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΚΑΙ ΜΕΣΣΗΝΙΟΥΣ
Η ΝΙΚΗ ΣΤΟ ΒΑΛΤΕΤΣΙ ΤΗΣ 12-13 ΜΑΪΟΥ 1821
Υπό ΣΤΑΥΡΟΥ Γ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ
Η νίκη της 12-13 Μαΐου 1821 στο Βαλτέτσι αποτελεί το φωτεινό ορόσημο, που θεμελίωσε την ελπίδα της νίκης και έδωσε το όραμα της λευτεριάς στους επαναστατημένους Έλληνες.
Μανιάτες, Μεσσήνιοι και λίγοι Αρκάδες οχυρωμένοι στα ταμπούρια του Βαλτετσίου, αμύνθηκαν με επιτυχία στις επιθέσεις των Τούρκων της Τριπολιτσάς, που ανέρχονταν περίπου σε 10-12.000 άνδρες υπό την ηγεσία του πολέμαρχου Κεχαγιάμπεη Μουσταφά. Πολλά επαναστατικά σώματα Ελλήνων οπλαρχηγών από διάφορα μέρη της Πελοποννήσου, που πολιορκούσαν την Τριπολιτσά, έσπευσαν να βοηθήσουν τους αμυνόμενους. Μετά από σκληρό αγώνα, βλέποντας οι Τούρκοι το ακατάβλητο των Ελλήνων που κρατούσαν τα ταμπούρια και τη συνεχή αύξηση των επιτιθεμένων επαναστατών που τους χτυπούσαν στις πλάτες τους, αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Η επιστροφή τους στην Τριπολιτσά έγινε φυγή επονείδιστη και οι περήφανοι κατακτητές πετούσαν τα όπλα τους, για να φτάσουν γρηγορότερα και να εξασφαλίσουν καταφύγιο πίσω από τα τείχη της πρωτεύουσάς τους.
Η νίκη ήταν αναμφισβήτητα όλων των Ελλήνων πολεμιστών. Ακόμη κι αυτοί που δεν πρόλαβαν να φθάσουν στο πεδίο της μάχης, με την απόμακρη παρουσία τους ενδυνάμωσαν το φόβο των Τούρκων, οι οποίοι υποχρεώθηκαν σε φυγή. Αλλά οι Μανιάτες και οι Μεσσήνιοι που πρωταγωνίστησαν στον άθλο του Βαλτετσίου, παραγκωνίστηκαν και έμειναν θεατές στο στεφάνωμα ως νικητή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο τελευταίος καρπώθηκε ολοκληρωτικά μια νίκη, από την οποία δεν του ανήκε παρά μόνο ένα μικρό μερίδιο.
Σε μια αναφορά1 της 26 Σεπτεμβρίου 1824 περιγράφεται για πρώτη φορά η νικηφόρος μάχη του Βαλτετσίου από τον Οιτυλιώτη Ηλία Τσαλαφατίνο και τον αδελφό του Ιωάννη Κατσανό2, που πρωταγωνίστησαν στο θρίαμβο.
Ο Ηλίας Τσαλαφατίνος είναι μια ξεχασμένη ηρωική μορφή της επαναστάσεως του 1821, ο οποίος στις ημέρες μας έπρεπε να έχει προβληθεί στους νέους σαν πρότυπο, αντί να καλύπτεται από το αδιαφανές πέπλο της λήθης ή ακόμη και της αγνωμοσύνης των Νεοελλήνων. Μα κι αν ακόμη έχουμε να επιδείξουμε από την επανάσταση πολλούς γενναίους πολεμιστές, δεν υπάρχει άλλος απαλλαγμένος από αρχομανία και ιδοτέλεια σαν τον Ηλία Τσαλαφατίνο. Αυτός είναι ο μοναδικός3 που δεν δέχτηκε το βαθμό του αντιστρατήγου που του απονεμήθηκε και όπως το δικαιολόγησε, μπορούσε πρόθυμα να πολεμά και χωρίς αυτό το αξίωμα. Όταν ακόμη η διοίκηση του χορήγησε 2.000 γρόσια, είπε το ανεπανάληπτο: "αν και πτωχός δεν τα δέχομαι, δια τον λόγον ότι το έθνος είναι πτωχότερον".
Στο απόσπασμα της αναφοράς αυτού του ηρωϊκού Μανιάτη για τη μάχη της 12-13 Μαΐου 1821 στο Βαλτέτσι περιλαμβάνονται τα ακόλουθα, αρχίζοντας την περιγραφή του από τα Βέρβενα, στα οποία βρέθηκε στις αρχές του μήνα:
"Εκείνον τον καιρόν ήλθε και ο μακαρίτης καπ. Κυριακούλης εις Δέρβενα, και απεφασίσαμεν να πάμεν να παντήσωμεν τον μακαρίτην Μπεηζαντέ (Ηλία Μαυρομιχάλη) οπού ήτον εις του Πάπαρη, και οπού το εκρίναμεν εύλογον να πλησιάσω, καθώς ανταμώθημεν. Ο μακαρίτης Κυριακούλης ήθελε να πάμε εις ένα βουνόν να είμασθε καρσί (κατ' ευθείαν απέναντι) εις τα Δέρβενα, ο δε ήρωας Μπεηζαντές και εγώ ηθέλαμεν εις Βαλτέτζι, και έτζι υπήγαμεν, πηγαινάμενοι εκεί αμέσως ο Μπεηζαντές και ο Ηλίας Φλέσσας, και αυτός ήτονε ήρωας. Εζαλώθημεν πέτρες και ως το βράδυ ετελειώσαμεν του Κυριακούλη το ταμπούρι. Εις τον ίδιον καιρόν εμεράσαμεν τα ταμπούρια. Ο μακαρίτης Μπεηζαντές με τους δύο Φλεσσαίους επήραν το εδικό τους. Ο δε Γιάννης Μπεηζαντές με Οικο<νο>μόπουλο και με Κεφάλα έπιασαν το άλλο, ο δε Κατζανός με τους <Μ>Πουραίους έπιασαν την εκκλησίαν, ο δε δυστυχής Τζαλαφατίνος μου δώσανε το έξω ταμπούρι, και μου δώσανε τους Καλαματιανούς, αλλ' η τύχη μου πριν να ανοίξη ο πόλεμος μία ημέρα μου ήλθον εβδομήντα πέντε Λεονταρίται, και αμέσως έβγαλα τους Καλαματιανούς και εκράτησα εκείνους. Την άλλην ημέραν, εις τας τρεις η ώρα έφθασαν οι εχθροί. Οι Λεονταρίται είναι γενναίοι, μα αμαθείς και μου εδειλίασαν βλέποντας ένα πλήθος όπου μας εμβήκαν εις τις πλάτες, οπού ήτον ο ίδιος ο Κεχαγιάς. Ετότες τους ωρκώθηκα, ότι όποιος βουληθή να φύγη εγώ τον σκοτώνω και τους παίρνω και τους βάνω κάθε ένανε εις τον τόπον του, και όντας να βγάζουν τα κεφάλια τους από πάνω τους έκαμα του καθενός το μασγάλι του, και τους εδιόρισα τα μισά τουφέκια να αδειάζουν, και τα μισά να γεμίζουν, και αν δεν πρωτοβαρέσω εγώ εσείς να μην σεισθήτε. Σας ορκώνομαι την ορμήν των Αρβανιτών έως διακόσια μπαϊράκια όπου οι μπαρακταραίοι έπεφταν, και κατόπιν οι άλλοι τα παίρνουν έως ήλθαν και μας τα στήσαν εις τα ταμπούρια μας, και από μέσα εμείς τους τα επήραμεν σκοτώνοντας όμως τους μπαρακταραίους, αλλιώτικα δεν ηύρα τζαρές να κόψω την ορμήν, τους έδειξα την τέχνην των στρατιωτών με τις πέτρες, και ετότες εκόπηκε η ορμή τους. Οι καλοί Έλληνες σαν έμαθαν την τέχνην έριχναν λιθάρι υπέρ τας τρεις οκάδας. Τα άλλα ταμπούρια είπαν <α>πάς (απάνω) του Τζαλαφατίνου το ταμπούρι, μα βοήθεια δεν ημπόρουνε να μου κάμουν διατί επολέμουνε όλα, και αν ήθελε πάγη το εδικό μου ταμπούρι ο Θεός συγχωρέση και τα άλλα. Με το βασίλευμα του ήλιου ήλθε ιμτάτι (βοήθεια) ο μακαρίτης ο Ηλίας, ο Φλέσας με τον αδελφό του Νικήτα".
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της συμβολής του καθενός στη νίκη του Βαλτετσίου, θα πρέπει να εξετάσουμε τα γεγονότα από την αρχή. Όταν στις 23 Μαρτίου 1821 απελευθερώθηκε η Καλαμάτα, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης είπε στη διήγηση4 των απομνημονευμάτων του: "...εκάμαμε συνέλευσι, πόθεν να πρωτοκινήσωμε τα στρατεύματα. Οι Καλαματιανοί εκατάφεραν τον Μπέη να πάμε εις την Κορώνη δια να μην βάλουν σπαθί οι Τούρκοι στους Χριστιανούς. Εγώ δεν εστρέχτηκα, είπα να πάμε εις την παλαιάν Αρκαδίαν, εις το κέντρο δια να βοηθούμε τους άλλους. Τότενες τους είπα: εάν μου δώσετε βοήθεια από τούτο το στράτευμα, καλώς, ειμή αναχωρώ να υπάγω εις το Κέντρο. Είχα λάβει γράμμα από τον Κανέλο5, μ' επροσκαλούσε, ότι είχε 10.000 άρματα, και να έμβω επί κεφαλής...".
Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η ιδέα στροφής προς το κέντρο του Μοριά ήταν έμπνευση που ανήκε αποκλειστικά στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Η ανάγκη πολιορκίας της Τριπολιτσάς από τους επαναστάτες ήταν γνωστή από τα Ορλωφικά. Επειδή όμως ο Θ. Κολοκοτρώνης γνώριζε άριστα τον τόπο, ανέλαβε να οδηγήσει τα Ελληνικά σώματα προς τα μεσόγεια και αρχικά προς το Λεοντάρι, όπου υπήρχε ισχυρή τουρκική παροικία, η οποία όμως αυτοβούλως ασφαλίστηκε στην Τρίπολη.
Από την Ανατολική Μάνη και την επαρχία του Μυστρά ένα μέρος υπό τους Γρηγοράκηδες βάδισε εναντίον του κάστρου της Μονεμβασίας, ενώ συγχρόνως ένα άλλο σώμα υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και τον Αντώνιο Νικολόπουλο στράφηκε προς το κέντρο της Πελοποννήσου και πήγε στη Βλαχοκερασιά, όπου και στις 10 Απριλίου διαλύθηκε από τους Τούρκους της Τριπολιτσάς. Επίσης το στρατόπεδο των Βερβένων σχηματίστηκε από το δεσπότη Βρεσθένης Θεοδώρητο, τον Παναγιώτη Γιατράκο, τον Αναγνώστη Κοντάκη και τον Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο κ.α. Ακόμη η συγκέντρωση των Καλαβρυτινών στο Λεβίδι δεν έγινε με οδηγία ή εντολή του Θ. Κολοκοτρώνη. Είναι άδικο να μονοπωλείται από έναν μια κίνηση που έγινε από πολλούς. Οι Πελοποννήσιοι καταδίωξαν τους Τούρκους της υπαίθρου και στη συνέχεια στράφηκαν προς τα γειτονικά τους κάστρα, ενώ όσοι δεν αντιμετώπιζαν κοντά τους Τούρκους κατευθύνθηκαν εναντίον της Τριπολιτσάς.
Είναι γνωστό ότι ο Θ. Κολοκοτρώνης με άνδρες του Μούρτζινου, και του Πετρόμπεη στράφηκε προς το κέντρο της Πελοποννήσου. Παράλληλα όμως και ανεξάρτητα από αυτόν βάδισε προς το Λεοντάρι και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με άλλους Μανιάτες. Τελικά στον Άγιο Αθανάσιο της Καρύταινας ο Θ. Κολοκοτρώνης με τους Μανιάτες εμπόδισαν με επιτυχία τους Τούρκους του Φαναρίου (Ολυμπίας) να περάσουν από τη γέφυρα και τους ανάγκασαν να διαβούν τον ποταμό με απώλειες ανθρώπων και ζώων.
Στη συνέχεια συγκεντρώθηκαν στην Καρύταινα πολλοί Έλληνες και πολιόρκησαν το κάστρο, στο οποίο εκτός από τους εντοπίους Οθωμανούς είχαν βρεί άσυλο και οι Τούρκοι της Ολυμπίας.
Τουρκικός στρατός από την Τριπολιτσά την 1η Απριλίου ήρθε στην Καρύταινα σε βοήθεια των πολιορκουμένων και διέλυσε χωρίς δυσκολία το ελληνικό στρατόπεδο. Κατόπιν ο Θ. Κολοκοτρώνης, που παρουσιάζει από τότε τον εαυτό τους ως αρχηγό, έμεινε μόνος του στο Χρυσοβίτσι και αναγκάστηκε ο Παπαφλέσσας να του δώσει για συνοδό το Δημήτρουλα Δραγώνα από τη Σέλιτσα, για να μην τον φάνε οι λύκοι, όπως είπε.
Από εκεί ο Θ. Κολοκοτρώνης συναντήθηκε στη Μαρμαριά με τους άλλους οπλαρχηγούς και όπως γράφει6: "...εστείλαμεν διαταγαίς εις την Μεσσηνίαν και Μιστρά, και εσυνάχθημεν εις του Μαρμαρά έως 1.200, και από εκεί να πιάσουμε το Βαλτέτζι οπού ήτον αγνάντια από τα Βέρβενα, από το Χρυσοβίτσι και Αλονίσθενα (Καρυτηνά ορδιά). Στο Βαλτέτζι ευρίσκοντο ο Μούρτζινος, Γιατράκος, Κυριακούλης, Ηλίας Μπεηζαντές, Νικηταράς, Αναγνωσταράς, εγώ ήμουν επί κεφαλής...". Όταν στις 24 Απριλίου δέχτηκαν επίθεση του τουρκικού στρατού οι Έλληνες πάλι διαλύθηκαν.
Στη διήγησή του για την πρώτη μάχη του Βαλτετσίου της 24 Απριλίου ο Θ. Κολοκοτρώνη αναφέρεται και στο αποτέλεσμά της7: "...Το τουρκικό μέρος εκτυπήθη με το Γιατράκο, Κυριακούλη, Νικηταρά. Αυτοί υποχώρησαν, ετραβιούνταν, έφυγαν. Εγώ ήλθα από πίσω, - επήγα και εγώ τον τορόν εκείνων. Φθάνοντας μερικοί του Πέτροβα και Σιώρη οι Τούρκοι άχισαν και έκαιγαν το Χωριό - τους φώναξα: σταθείτε γεροί, γιατί θα μας πνίξουν. Εστάθημεν 30, λαβώνομεν ένα μπαϊραχτάρι. Ετζάκισαν οι Τούρκοι. Έφθασεν από τα Βέρβενα, Πιάνα και Χρυσοβίτσι μεντάτι, τους 'γυρίσαμεν, τους κυνηγήσαμεν εις τον Κάμπον, κάτω από την Βολέτταν (Μάκρη) μισή ώρα μακρά από την Τριπολιτζά...".
Ο Αμβρόσιος Φραντζής8 περιγράφει διαφορετικά την έκβαση της μάχης: "...ούτω δε εξεστράτευσαν εκ Τριπολιτσάς υπέρ τας 7.000 Οθωμανοί πεζοί τε και ιππείς, τους οποίους ιδόντες οι Έλληνες, τω όντι διελύθησαν άνευ τινός αντιστάσεως. Οι δε Οθωμανοί κατεδίωξαν τους Έλληνας μέχρι τινός, και εσύναξαν αιγοπρόβατα, ίππους βόας, αγελάδας και λοιπά ζώα αρκετής ποσότητος, δια να μεταφέρωσιν εις την Τριπολιτζάν. Κατ΄εκείνην όμως την στιγμήν φθάσας ο Δ. Πλαπούτας με 450, και ευρών τους Οθωμανούς διηρεμένους δια την σύναξιν των ζώων επέπεσεν επί της Οθωμανικής πτέρυγος, ήτις ετράπη εις φυγήν. Ευθύς δ' επανελθόντες και οι λοιποί Έλληνες, οίτινες έμενον εκεί πλησίον εις τας ορεινάς θέσεις, κατεδίωξαν τους Οθωμανούς άνευ ζημίας θανάτου, ελευθερώσαντες μόνον τα ζώα, χωρίς να αφήσουν ούτε καν ολίγα δια να ωφεληθούν οι Οθωμανοί...".
Από τον Φωτάκο9, υπασπιστή του Θ. Κολοκοτρώνη, πληροφορούμεθα τα ακόλουθα: "...Οι τούρκοι μας επήραν το χωρίον Βαλτέτσι και μας έσπρωξαν κατά το βορεινόν μέρος σιμά του χωριού, όπου είναι ο δρόμος των Αραχαμιτών. Εκεί επολέμησαν μόνοι των οι μεγάλοι καπεταναίοι και τους εσταμάτησαν, άλλως έπιαναν ζωντανόν τον Κυριακούλη ... Οι καπεταναίοι τότε δεν είχαν ακόμη αναγνωρισθή καλά από τον λαόν. Κάθε χωρίον είχε ιδικόν του καπετάνιον, και δεν επαραχώρει εις κανένα άλλον την αρχηγίαν, ούτε οι γείτονές των ακολούθουν άλλον τινά. Τότε ως επι το πλείστον ήσαν ομάδες συγγενικαί. Μόνον η Καρύταινα είχεν αρχηγούς τους Δεληγιανναίους. Μετά δε την μάχην του Βαλτετσίου ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ως είπαμεν, ανωτέρω επαραχώρησεν την αρχηγίαν της Καρύταινας εις τον Θ. Κολοκοτρώνην. Έπειτα όμως οι Έλληνες έδιδαν την αρχηγίαν εις τους Μανιάτας καπεταναίους, τον Κυριακούλην και Ηλίαν Μαυρομιχάλη, και Μούρτσινον ως μάλλον εμπειροπολέμους, όταν αυτοί ευρίσκοντο εις τα στρατόπεδα, διότι και οι Τούρκοι τους εφοβούντο... Την ακόλουθον ημέραν οι στρατιώται εδειλίασαν, άρχισαν να φεύγουν και κανένας εκτός των καπεταναίων δεν εξημερώθηκεν...Κανείς δεν δύναται να περιγράψη τα κλαύματα του Κολοκοτρώνη εις την περίστασιν αυτήν, μόνος με δέκα ανθρώπους έμεινεν. Επήραν και αυτοί τα άρματά των και ένα σουγλί εις το χέρι δια ραβδί να μη γλυστρούν, διότι ο τόπος ήτον από βροχήν και κατήφορος...".
Από τα ανωτέρω φαίνεται ότι η πρώτη μάχη του Βαλτετσίου, όπου ο Θ. Κολοκοτρώνης φέρεται ως αρχηγός, ετελείωσε με αποτυχία, διάλυση των στρατευμάτων και κλάματα του ιδίου. Έκτοτε οι Έλληνες εμπιστεύονταν τους Μανιάτες και δέχονταν μόνο μαζί τους να αντιμετωπίζουν τους Τούρκους.
Tην εκ νέου εγκατάσταση Ελλήνων στο Βαλτέτσι, όπως αναφέρεται, συνέστησε και ο Θ. Κολοκοτρώνης με επιστολή του. Ο ίδιος κατείχε το Χρυσοβίτσι, ενώ στη θέση της Πιάνας είχε στρατοπεδεύσει ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Δημήτριος Πλαπούτας κ.ά. Οι τρεις αυτές θέσεις μπορούσαν να αλληλοβοηθούνται εύκολα σε περίπτωση τουρκικής προσβολής, γιατί το στρατόπεδο των Βερβαίνων ήταν κάπως απομακρυσμένο.
Φθάνοντας στο Βαλτέτσι10 ο Ηλίας Μαυρομιχάλης έδωσε το παράδειγμα, βάζοντας το πρώτο λιθάρι, για να χτιστεί κλειστό ταμπούρι, το οποίο θα ήταν ασφαλέστερο και ακολούθησαν όλοι με ενθουσιασμό, ώστε την ίδια ημέρα είχε τελειώσει η κατασκευή του. Σε αυτό το ταμπούρι, που πρέπει να ήταν το ανατολικό, κλείστηκε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης με 120 Μανιάτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πρωτοσύγκελλος Μελέτιος Φραγκίσκος από την Αρεόπολη και η Μανιάτισσα χήρα Σταυριάνα Σάββαινα.
Στο επόμενο ταμπούρι οχυρώθηκαν ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με τον Ηλία και το Νικήτα Φλέσσα από την Πολιανή, αδελφούς του Παπαφλέσσα, με 250 άνδρες.
Σε ένα βορεινό ταμπούρι κλείστηκε ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης με τον Αναγνώστη Οικονομόπουλο από το Κουρτσαούση (Σπερχογεία), τον Παναγιώτη Κεφάλα από το Δυρράχη, τον παλαιό κλέφτη Γερο-Μήτρο Πέτροβα από τη Γαράντζα - που χαρακτηρίζεται ως το καλύτερο τουφέκι της Μεσσηνίας - το Δημήτριο Παπατσώνη από το Ναζίρι της Μεσηνίας και τον Αθανάσιο Σιώρη με τους Κατριβάνους από το Ίσαρι της Αρκαδίας με 330 άνδρες.
Στην εκκλησία οχυρώθηκε ο Ιωάννης Κατσανός με Μανιάτες και οι Μπουραίοι από τους Κωνσταντίνους με 70 άνδρες.
Στο πιο απομακρυσμένο ταμπούρι, πιθανώς το δυτικό, κλείστηκε ο Ηλίας Τσαλαφατίνος με Μανιάτες και 75 Λεονταρίτες, που τότε η πατρίδα τους υπαγόταν στη Μεσσηνία. Συνολικά οι Έλληνες υπολογίζονται σε 850-1.200.
Το πρωΐ της 12ης Μαΐου το πρώτο Τουρκικό τμήμα υπό τον Τουρκοβαρδουνιώτη Ρουμπή κατευθύνθηκε προς το Βαλτέτσι. Στους Τούρκους υπήρχε η βεβαιότητα ότι θα μπορούσαν εύκολα να διαλύσουν το Ελληνικό στρατόπεδο και να συνεχίσουν την πορεία τους προς τη Μεγαλόπολη (Σινάνου). Για το λόγο αυτό ένα άλλο τουρκικό τμήμα πήγε στους Αραχαμίτες, για να εμποδίσει την υποχώρηση των υπερασπιστών του Βαλτετσίου. Ένα ακόμη τμήμα κατευθύνθηκε στη θέση Καλογεροβούνι για να εμποδίσει τη βοήθεια από το στρατόπεδο των Βερβαίνων και αν χρειαζόταν να δώσει βοήθεια στο Ρουμπή. Το κύριο σώμα του τουρκικού στρατού υπό τον Κεχαγιάμπεη Μουσταφά έφθασε στη θέση Φραγκόβρυσο και συνέχισε προς την Κανδρέβα (Ασέα), αλλά επειδή η επιχείρηση στα Ταμπούρια δεν ήταν ευνοϊκή για τους Τούρκους, αντί να συνεχίσει προς τη Μεγαλόπολη στράφηκε προς το Βαλτέτσι.
Από το Χρυσοβίτσι κατέβηκε αρχικά το σώμα του Κολοκοτρώνη και κατέλαβε θέση βόρεια του Βαλτετσίου, απέναντι από το ταμπούρι του Μητρο-Πέτροβα. Στη συνέχεια από την Πιάνα έφθασε το τμήμα του Δημητρίου Πλαπούτα-Κολιόπουλου στα βορειοανατολικά των οχυρωμάτων του Βαλτετσίου και όλοι μαζί χτύπησαν τα νώτα των Τούρκων. Όταν έφθασε ο Κεχαγιάμπεης από τα δυτικά στο Βαλτέτσι, χτύπησε τα νώτα του τμήματος του Κολοκοτρώνη, ο οποίος αναγκάστηκε να συμπτυχθεί. Ο ίδιος ανέφερε στη διήγησή του11: "...Ημείς οι 800 εδυναμώσαμε τον τόπον για να μη μας πάρουν τα οπίσθια οι Τούρκοι...".
Ο Θ. Κολοκοτρώνης διηγείται την παροχή βοηθείας στους αγωνιστές των ταμπουριών, αλλά αυτά τα οποία είπε, σε συνδυασμό με τα ιστορούμενα από το Φωτάκο φαίνονται υπερβολικά και ο ίδιος δεν θα έφθασε ποτέ στα ταμπούρια12: "... Το βράδυ παίρνω μερικούς και πάγω εις το Καταράχι οπού ήτον οι σημαίες των Τουρκών. Επήγα κοντά, τους 'τουφέκισα, με δίδουν 4 τουφέκια, - οι Έλληνες οπίσω δεν εκατάλαβαν -: ζωντανούς θα σας πιάσω, εγώ είμαι ο Κολοκοτρώνης! - τι είσαι σύ; - ο Κολοκοτρώνης. Άδειασαν τον τόπον. Τότε εμβήκαμεν εις το Βαλτέτσι, εδώσαμε φυσέκια, ψωμί, ό,τι αναγκαία σε εκείνους...". Ακούγεται σαν παραμύθι, πως στο άκουσμα του ονόματός του οι Τούρκοι σκόρπισαν, για να περάσει ο Θ. Κολοκοτρώνης.
Από το στρατόπεδο των Βερβαίνων έφθασαν τις νυκτερινές ώρες διάφοροι οπλαρχηγοί του Παν. Γιατράκου13. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Αντώνιος Μαυρομιχάλης ο οποίος στάθηκε απέναντι από τα Μαυρομιχαλαίϊκα ταμπούρια και έστειλε στους πολιορκημένους ολιγάριθμη δύναμη με εφόδια υπό τον Βαρβιτσώτη και τον Δημήτριο Πουλικάκο14.
Στο ταμπούρι του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη ήταν και η Μανιάτισσα χήρα Σταυριάνα Σάββαινα, η οποία στη διάρκεια της μάχης μετεκινείτο από ταμπούρι σε ταμπούρι και μοίραζε φυσέκια στους στρατιώτες. Αναφέρεται επίσης σε πιστοποιητικό που της χορήγησε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης ότι: "...καθώς δεν έλλειψε και εις του Βαλτετσίου τον πόλεμον μαχομένη γενναιότατα δια την πατρίδα, σκοτώνοντας με το χέρι της δύο εχθρούς...".15.
Τη δεύτερη ημέρα της μάχης οι Τούρκοι έστησαν κανόνια για να χτυπήσουν το ταμπούρι του Ηλία Μαυρομιχάλη, αλλά δεν είχαν ευστοχία και αντίθετα οι βολές τους έπεφταν επάνω στο στράτευμα του Ρουμπή.
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, βλέποντας οι Τούρκοι ότι οι Έλληνες συνεχώς αυξάνονται πίσω τους, άρχισαν να απέρχονται, αλλά δεν άργησε να ακολουθήσει καταδίωξη και ταπείνωση. Η Ελληνική επανάσταση είχε οριστικά θεμελιωθεί. Οι ηρωϊκοί Μανιάτες και Μεσσήνιοι, που αμύνθηκαν στα ταμπούρια του Βαλτετσίου και χάρισαν στο έθνος μια περίλαμπρη και μοναδική νίκη, όμως παραγκωνίστηκαν και η προσφορά τους στην πατρίδα αλλοτριώθηκε από τον Θ. Κολοκοτρώνη και τους υμνητές του. Με ευλάβεια και δέος ας τους προσφέρουμε τούτη τη σελίδα ως μνημόσυνο ευγνωμοσύνης.
Παραπομπές
- ΓΑΚ, Υπουργ. Πολέμου, φάκ. 29, έγγρ. 045.
- Οι απόγονοί του εγκαταστάθηκαν στην Καλαμάτα.
- Ν.Σπηλιάδη, Απομνημονεύματα, τόμ. Α', σ. 512.
- Θ.Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής, Αθήναι 1846, σ. 52.
- Ο Κανέλλος Δεληγιάννης μετά τη διάλυση του στρατοπέδου της Καρύταινας χρησιμοποίησε ως εκτελεστική δύναμη τον Ηλία Τσαλαφατίνο για να στρατολογήσει. Στην ίδια αναφορά υπάρχει περικοπή που λέγει: "...ο Άγιος Αρχιμανδρίτης (Παπαφλέσσας) ήταν εκεί (Πάπαρη) με έστειλε με εικοσιέξη Σπαρτιάτας και με τον Κανέλλο Δεληγιάννην. Σε ορκώνομαι, ότι αν ήθελε μη υπάγω ούτε ένα τουφέκι δεν ήθελεν έβγη, αλλά στέλνοντας τους ανθρώπους μου από τα βουνά εμαζώξαμεν μερικά άρματα εις το Διάσελον" (της Αλωνίσταινας). Βλέπε Κ.Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα, τόμ. Α', σ. 178.
- Θ.Κολοκοτρώνη, ό.π., σ. 65.
- ό.π., σ. 65.
- Αμβρ.Φραντζή, Επιτομή Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τόμ. Β', σ. 12.
- Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1960, σ. 96-7.
- Η μάχη στο Βαλτέτσι της 12-13 Απριλίου έχει περιγραφεί από αρκετούς συγγραφείς με πολλές παραλλαγές. Α.Φραντζή, ό.π., σ. 15 κ.ε. Θ.Κολοκοτρώνη, ό.π., σ. 68, Ν.Σπηλιάδη, Απομνημονεύματα, τόμ. Α', σ. 134, Σ.Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1959, τόμ. Α', σ. 233, Φωτάκου, ό.π., σ. 113, Κ.Δεληγιάννη, ό.π., σ. 210, Μ.Οικονόμου, Απομνημονεύματα, τόμ. Α', σ. 101, Ιω.Γιανναροπούλου, Διήγησις Σπαρτιάτου τινός ονομαζομένου Ηλία Σαλαφατίνου, Πρακτικά Α' Συνεδρίου Λακωνικών Μελετών, Αθήναι 1982, σ. 142. Της Ιδίας, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως υπό Ρήγα Παλαμήδη, Μνημοσύνη 2(1968-9)388. Δ.Κόκκινου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Έκδ. Μέλισσα, τόμ. Β', σ. 174. Εκδοτικής Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ', σ. 117.
- Θ.Κολοκοτρώνη, ό.π., σ. 68.
- Θ.Κολοκοτρώνη, ό.π., σ. 68 και Φωτάκου, ό.π., σ. 115, "...έστειλε μέσα με εντοπίους Έλληνας, τους οποίους είχε εκεί ετοίμους, τροφάς και ό,τι άλλο ήθελαν...".
- Α.Φωτοπούλου, Οι Γιατράκοι του 1821, Αθήνα 2001, τόμ. Α', σ. 116.
- Ιω.Γιανναροπούλου, Πρακτικά, ό.π., σ. 143.
- Ιω.Γιανναροπούλου, Μνημοσύνη, 2(1968-9)391 και Κ.Κοτσώνη, Κυριακούλης Πιέρου Μαυρομιχάλης Λακωνικαί Σπουδαί 14 (1998) 234.
| |
|