Νοτιοανατολικά του χωριού
και σε απόσταση λίγων εκατοντάδων
μέτρων υπάρχει μία ευρύχωρη σπηλιά με
ένα μικρό άνοιγμα, για είσοδο στη
βορεινή χαράδρα του χειμάρρου "Σάντοβα"
μέσα σε ένα γκρεμό (στεφάνι) λεγόμενος
"Μύτακας".
Είναι δύσκολος η ανεύρεσις
της σπηλιάς αυτής, εκτός εάν υπάρχει
οδηγός, αλλά και η είσοδος εντός αυτής
δυσχεραίνεται πολύ. Το βάθος της
υπολογίζεται περί τα 40μ., έχει δε ικανό
ύψος. Και η μικρή παραμονή μέσα σ' αυτή
σου φέρνει απαγοήτευσι και θλίψη.
Τούτη η σπηλιά ονομάζεται
από τους χωριανούς "Καταφύγι".
Περί το καταφύγι συζητείται η εξής
λαϊκή παράδοσι:
Κατά το μεγάλο κακό των "Ορλωφικών"
(το 1770), οι τουρκοαρβανίτες επέρασαν
στον Αρμυρό και επροχωρούσαν για τη
Μικρή και Μεγάλη Μαντινεία.
Τότε ο καπετάν Φανάς
σιγούρεψε τα γυναικόπαιδα και τους
γέροντας στο "Καταφύγι" και αυτός
με τα παλληκάρια του τραβήχτηκε στα
βουνά. Οι εντός του καταφυγίου
ευρισκόμενοι έβαλαν καλά τα μάνταλα
στην πόρτα της εισόδου.
Κατά ατυχή συγκυρία όμως
σύμφωνα με την παράδοσι μια
Μαντινέϊσσα μάλλον δεν είχε προλάβει
να κρυφθεί, πήγε στην κοντεινή βρυσούλα
για να φέρη νερό, δυστυχώς κατά την
αποχώρησί της, ξέχασε την κούπα της
πάνω σε μια πέτρα. Τότε ανακαλύφθηκε
και αναγκάστηκε να οδηγήσει τους
εχθρούς στο καταφύγι και έτσι οι
κλεισμένοι σ' αυτό δεν απέφυγαν την
μανία τους.
Από το χειρόγραφο φυλλάδιο
της προεπαναστατικής περιόδου,
ευρισκόμενο στο ιδιωτικό αρχείο του
ανωτάτου εκπαιδευτικού αειμνήστου
Βασιλείου Πατριαρχέα αντιγράφω: (1770...και
ήλθαν οι Αρβανίτες και επάησαν και την
Ζαρνάτα, και έκαψαν σπίτια και
εκκλησίαις έως την Τουπρεβίτζα, το
μοναστήρι κι εσκλάβωσαν τους ματηνέους
όπου ήταν στο καταβήγη...
Λέγεται ότι οι μανιασμένοι
Αρβανίτες αξίωσαν την άμεση έξοδο και
άνευ όρων παράδοσι των ευρισκομένων
εντός του καταφυγίου. Τότε όμως ένας
από τους πιο γενναίους Μαντιναίους
Φελουκαντζής το επώνυμο και καπετάν
"Φανάς" αργότερα επονομασθείς,
τόλμησε μέσα σ' αυτή τη φοβερή
ατμόσφαιρα να έλθη σε προσωπική
συνάντηση με τον εχθρό και με τον τρόπο
του (συνεφωνήθη η καταβολή χρηματικού
ποσού κατά την παράδοσι πάντοτε)
κατόρθωσε να αποσοβήσει την μερική
τουλάχιστον σφαγή των κλεισμένων.
Κατά τα παιδικά μας χρόνια ο
εκ των απ' ευθείας απογόνων του ως άνω
Φελουκαντζή Φανά, ονόματι Σαράντος
Φελουκαντζής, υιός του Νικολού, ήταν
προχωρημένης ηλικίας άνθρωπος και πολύ
συμπαθής, εκολακεύετο δε όταν
απεκαλείτο υπό των παλαιοτέρων "εγγονός
του καπετάν Φανά".
Από το βιβλίο του Δημητρίου Λ.
Χανδρινού «ΙΡΗ-ΑΒΙΑ-ΜΑΝΤΙΝΕΙΑ-ΠΑΛΙΟΧΩΡΑ»,
Καλαμάτα 1990.