Κλίμα
Στο
Ταΰγετο διακρίνουμε τρεις βασικές
κλιματικές ζώνες, που έχουν σχέση με το
υψόμετρο. Στις χαμηλές πλαγιές μέχρι 800μ.
το κλίμα είναι τυπικά Μεσογειακό με
ξηρό καλοκαίρι, που διαρκεί από το Μάιο
μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου. Το φθινόπωρο
που αρχίζει στα μέσα Οκτωβρίου και
τελειώνει στα μέσα Δεκεμβρίου, πέφτουν
λίγες βροχές και έχει πολλές ημέρες
ηλιοφάνειας. Ο χειμώνας που ακολουθεί
είναι ήπιος, διαρκεί μέχρι το Μάρτιο,
είναι ήπιος με συχνές βροχοπτώσεις και
λίγο κρύο, ενώ σπάνια πέφτει λίγο χιόνι.
Η Άνοιξη από τα μέσα Μαρτίου, έχει
πολλές ηλιόλουστες ημέρες και
σποραδικές βροχές.
Στην
ορεινή ζώνη μέχρι τα 1800μ. ο χειμώνας
ξεκινάει το Δεκέμβριο και διαρκεί ως το
Μάρτιο, με συχνές βροχοπτώσεις και
χιόνια που συνήθως σκεπάζουν τις
πλαγιές για αρκετές εβδομάδες. Την
Άνοιξη κάνει αρκετό κρύο και το
Καλοκαίρι αρχίζει αργότερα, περίπου
στις αρχές Ιουνίου. Χαρακτηρίζεται από
δροσερά καλοκαίρια και πιο μεγάλη
πτώση της θερμοκρασίας (μέχρι 0ο C)
τον χειμώνα.
Στην
Υποαλπική και Αλπική ζώνη, πάνω από 1800μ.,
το κλίμα είναι ηπειρωτικό, με κρύο και
συχνές χιονοπτώσεις, από τις αρχές
Δεκεμβρίου, που καλύπτουν τις
βουνοκορφές μέχρι τα τέλη Ιουνίου. Το
Καλοκαίρι, που διαρκεί δύο μήνες, κάνει
αρκετή ζέστη την ημέρα και δροσιά ή και
κρύο το βράδυ, ενώ μερικές φορές βρέχει.
Διαρκεί μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου,
οπότε αρχίζουν οι βροχές του
φθινοπώρου, που πυκνώνουν μέχρι το
Νοέμβριο.
Βλάστηση
Η
χαμηλότερη ζώνη από το ύψος της
θάλασσας μέχρι τα 200 μέτρα, που μπορεί
να χαρακτηριστεί ως πεδινή
καταλαμβάνει έκταση 645.000 στρ. (25,4%). Η
ζώνη από τα 200μ. μέχρι τα 1000μ.
καταλαμβάνει έκταση 1.511.000 στρ. (59,4%). Από
τα 1000 μ. μέχρι τα 2.000 βρίσκονται 380.000 στρ.
(14,9%) και άνω των 2.000μ. η έκταση
εκτείνεται μόλις σε 7.000 στρέμματα ή
ποσοστό 0.3%.
Διακρίνουμε
πέντε βασικές ζώνες βλάστησης: α) Τη
ζώνη των Μεσογειακών θαμνώνων (από 0 έως
700-800μ.), β) τη ζώνη των ορεινών κωνοφόρων
(έως 1600-1700μ.), γ) την Υποαλπική ζώνη (έως
2000μ.), δ) την Αλπική ζώνη (2000μ. και πάνω)
και ε) την Αζωνική βλάστηση των
ρεματιών.
α)
Ζώνη
Μεσογειακών θαμνώνων
Στο
πεδινό τμήμα αυτής της ζώνης
παρατηρούμε γεωργικές καλλιέργειες με
ελιές συνήθως και επιπλέον στην
ανατολική πλευρά εσπεριδοειδή και
αμπέλια. Η βλάστηση των υπολοίπων
τμημάτων καλύπτονται από αγριελιές (Olea
europaea ssp. Oleaster), πουρνάρια (Quercus coccifera),
σχίνα (Pistacia lentiscus), αριές (Quercus ilex), ρείκια
(Erica manipuliflora, erica arborea), κουτσουπιές (Cercis
siliquastrum), σπάρτα (Spartium junceum), φιλλύκια (Phillyrea
latifolia), κουμαριές (Arbutus unedo), σφενδάμια (Acer
sempervirens), χρυσόξιλα (Cotinus coggygria), φράξους (Fraxinus
ornus), αγριόκεδρα (Juniperus oxycedrus), γκορτσιές (Pyrus
spinosa), χαρουπιές (Ceratonia Siliqua), δρύες (Quercus
pubescens), κυπαρίσσια (Cupressus sempervirens) κ.ά.
Ανάμεσα
στους θαμνώνες φυτρώνουν 8 από τα 32
τοπικά ενδημικά φυτά του βουνού, καθώς
και πολλά αγριολούλουδα όπως
αγριοτουλίπες (Tulipa orphanidea),
σκυλοκρεμμύδες (Urginea maritime),
φριτιλλάριες (Fritillaria graeca), κυκλάμινα (Cyclamen
graecum), σκίλλες (Scilla messeniaca), κρόκοι (Crocus
laevigatus), ανεμώνες (Anemone pavonina, Anemone coronaria),
μαργαρίτες (Anthemis chia), ορχιδέες (Orchis, Oprhys,
Serapias) κ.ά.
Σε
παλαιότερες εποχές οι θαμνώνες ήταν
πραγματικά δάση, αλλά οι πυρκαγιές, η
βόσκηση, η ξήλευση, η κλαδονομή κλπ.
άλλαξε το πανάρχαιο Μεσογειακό δάσος
της περιοχής. Σε πολλές περιοχές έχουν
αφανιστεί οι θάμνοι και τη θέση τους
έχουν πάρει άλλα φυτά όπως: αφάνα,
θυμάρι , θρούμπη, φασκόμηλο, γαλατσίδες
και άλλα.
Στο
Σαγγιά, που είναι η νότια κατάληξη του
βουνού στη Μάνη, η βλάστηση είναι αραιή
και φτωχή σε σχέση με το υπόλοιπο βουνό.
Εδώ κυριαρχούν οι φρυγανότοποι με
φραγκοσυκιές, αφάνες, ασπάλαθρους,
γαιδουράγκαθα, γκορτσιές, αγριοχαρουπ[ιές
κ.ά. Ευδοκιμούν λίγες ελιές, συκιές,
αλλά και σπάνια ενδημικά φυτά όπως ο
κρόκος (Crocus niveus) και η φριτιλλάρια (Fritillaria
davisii).
β)
Ζώνη των ορεινών κωνοφόρων
Σ’ αυτή
τη ζώνη αναπτύσσονται τα δάση του
βουνού, που σχηματίζονται κυρίως από τη
Μαύρη πεύκη (Pinus nigra) και το Ελληνικό
έλατο (Abies cephalonica). Η βλάστηση
περιλαμβάνει και φυλλοβόλα όπως
καστανιές (Castanea sativa), βελανιδιές (Quercus
pubescens), δρύς (Quercus frainetto), πλατάνια (Platanus
orientalis) και σε μικρές συστάδες ή
μεμονωμένα, κέδροι (Juniperus oxycedrus),
αγριοκορομηλιά (Prunus cocomilia) κυπαρίσσια,
ιτιές, λεύκες, κ.ά.
Ένας φυσικός
θησαυρός του Ταϋγέτου είναι τα
αιωνόβια μαυρόπευκα που βρίσκονται
διάσπαρτα στο ορειβατικό καταφύγιο και
στο δάσος της Βασιλικής. Πρόκειται για
δέντρα ηλικίας 300 – 500 ετών, με διάμετρο
κορμού που συχνά ξεπερνάει το 1μ. και
είναι υπολείμματα των πανάρχαιων δασών
που καταστράφηκαν από μεγάλη δασική
πυρκαγιά στις αρχές του 20ου αιώνα.
Τα πολύτιμα αυτά μνημεία της φύσης,
πρέπει επιτέλους να προστατευθούν και
να ανακηρυχθεί ο Ταΰγετος Εθνικός
Δρυμός.
Στην ορεινή
ζώνη φυτρώνουν 13 τοπικά ενδημικά φυτά,
εκ των οποίων τα 7 έχουν βρεθεί και στην
Υποαλπική και Αλπική ζώνη. Σε ξέφωτα
και σε μέρη που έχουν απογυμνωθεί από
πυρκαγιές, όπως αυτή του 1998 όπου κάηκαν
22.000 στρέμματα στο Κεντρικό και Βόρειο
Ταΰγετο, παρατηρούμε πληθώρα φυτών
όπως αγριογαρύφαλα (Dianthus), ανεμώνες του
βουνού (Anemone blanda), αγριονεραγκούλες
(Ranunculus sp.), παιώνιες (Paeonia mascula ssp. Hellenica),
αμάραντους (Sedum sp.), αγριοτριανταφυλλιές
(Rosa canina), γεράνια (Geranium sp.),
αγριομενεξέδες (Viola odorata), κυκλάμινα (Cyclamen
repandum ssp. Peloponnesiacum, Cyclamen hederifolium),
πρίμουλες Primula vulgaris), όνοσμα (Onosma sp.),
αγριοθυμάρια (thymus sp.), καμπανούλες (Campanula
sp.), κόκκινους κρίνους (Lilioum chalcedonicum),
ορχιδέες (Dactylorhiza, Limodorum, Listera, Orchis, Cephanthera)
κ.ά.
γ) Υποαλπική
ζώνη
Σε ύψος 1600-1700μ.
τελειώνουν τα δάση και αρχίζουν τα
υποαλπικά χορτολίβαδα και οι βραχώδεις
σχηματισμοί, όπου φυτρώνουν μόνο μικρά
φυτά, συνήθως πολυετή. Σποραδικά
παρατηρούμε κάποιο μικρό έλατο ή
μαυρόπευκο που έχει νανώδες ή
παραμορφωμένο σχήμα λόγω των πολλών
χιονοπτώσεων.
Μόνο
ανθεκτικά φυτά καταφέρνουν να
επιζήσουν όπως η βουνίσια τσουκνίδα (Urtica
dioica), ο Astragalus taygeteus, το Onosma leptanthum, το τσάι
(Sideritis Clandestina ssp. Clandestina) κ.ά.
Είναι
αλήθεια βέβαια πως πολλά από αυτά τα
φυτά περνούν απαρατήρητα και
προσφέρουν συγκινήσεις μόνο στους
μυημένους στη βοτανική που θα μπουν
στον κόπο να τα αναζητήσουν και να τα
αναγνωρίσουν. Υπάρχουν όμως και κάποια
αγριολούλουδα που παρά το μικρό τους
μέγεθος κάνουν αισθητή την παρουσία
τους και συγκινούν με την
ευθραυστότητα τους μέσα στο άγριο και
τραχύ τοπίο των βουνοκορφών.
δ) Αλπική
ζώνη
Στην αλπική ζώνη
ο συνδυασμός των χαμηλών θερμοκρασιών,
της ξηρότητας του αέρα, των δυνατών
ανέμων, η μικρή ανάπτυξη των εδαφών και
η σύντομη περίοδος βλάστησης δεν
επιτρέπουν την εγκατάσταση δασικής
βλάστησης.
Τα φυτά που
συναντάμε εδώ είναι συνήθως πολυετή
και έχουν αναπτύξει ειδικές
προσαρμοστικές ικανότητες για να
αντεπεξέλθουν στις αντίξοες αυτές
συνθήκες. Μερικά παίρνουν μια συμπαγή
μορφή σαν μικρά μαξιλαράκια που
αποτελούνται από πολλούς
σφιχτοκολλημένους μικρούς βλαστούς
και φύλλα. Ακόμα και στις φαινομενικά
άγονες σάρες υπάρχουν φυτά που με τους
λεπτούς βλαστούς και τα ριζώματά τους
έρπουν ανάμεσα στις πέτρες σε
αναζήτηση του λίγου εδάφους και της
υγρασίας που υπάρχει από κάτω τους.
Στη λιγοστή
και αραιή βλάστηση της αλπικής ζώνης θα
βρούμε τα περισσότερα σπάνια και
ενδημικά φυτά της περιοχής, που τα
περισσότερα συναρτούν την παρουσία και
εξάπλωσή τους με τα ασυνήθιστα
πετρώματα που σχηματίζουν οι κορφές
του βουνού. Αυτά είναι τα Aethionema carlsbergii,
Campanula papillosa, Jurinea taygetea, Crocus sieberi – subsp. Nivalis,
Viola sfikasiana κ.ά.
ε) Αζωνική
βλάστηση των ρεματιών
Οι ρεματιές και
τα φαράγγια που κατεβαίνουν από το
Ταΰγετο προς τη Λακωνία και τη Μεσσηνία
άλλοτε έχουν νερό σχεδόν όλο το χρόνο
και άλλοτε στερεύουν το καλοκαίρι. Το
κλίμα είναι πιο δροσερό, το έδαφος έχει
περισσότερη υγρασία και η ηλιοφάνεια
είναι μικρότερη από τις γύρω πλαγιές.
Οι συνθήκες αυτές ευνοούν την ανάπτυξη
μιας ιδιόμορφης βλάστησης που δεν
επηρεάζεται τόσο από την υψομετρική
διαφορά. Κυρίαρχο είδος είναι το
πλατάνι (Platanus orientalis), ενώ σποραδικά
εμφανίζονται η δάφνη (nobilis), η μυρτιά (Myrtus
communis), η άγρια ροδιά (Punica granatum), ο κισσός (Hedera
helix) και χαμηλότερα η πικροδάφνη (Nerium
leander) και η λυγαριά (Vitex agnus-castus).
Στις
ρεματιές φυτρώνουν 6 ενδημικά του
βουνού: τa Athamanta arachnoidea στη
Λαγγάδα, ο Galanthus reginae olgae ssp. reginae olgae, η Inula
candida – subsp. Limonella, το Lithodora zahnii στο Σαγγιά,
Silene goulimyi, Stachys candida και άλλα ενδημικά της
Ελλάδας όπως το Cyclamen hederifolium, η Lunaria annua ssp.
Pachyrhiza κ.ά.
Τέλος
πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι μέχρι
στιγμής δεν έχει γίνει συνολική
επιστημονική μελέτη για το Ταΰγετο,
μελέτη που αν πραγματοποιηθεί θα έχει,
πιστεύουμε, εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Αξιόλογη
εργασία έχει υλοποιηθεί από την
Αναπτυξιακή Εταιρεία Πάρνωνα –
Ταϋγέτου προς την ανατολική πλευρά του
Κεντρικού Ταΰγετου, καθώς και από
διάφορους ερευνητές όπως ο Γιώργος
Σφήκας, που χρόνια τώρα, ασχολείται με
τη χλωρίδα της Ελλάδας και του Ταϋγέτου.
Από το Πανεπιστήμιο Αθηνών
πληροφορηθήκαμε τις αξιόλογες
εργασίες ορισμένων ερευνητών που
σύντομα θα ανακοινώσουν σχετικά
αποτελέσματα, τα οποία θα
φιλοξενήσουμε στην ιστοσελίδα μας. |