Αρχική Ιστορία Δήμοι - Χωριά Ήθη - Έθιμα Μοιρολόγια Ποίηση Απόδημοι Αρχιτεκτονική
Εκκλησίες Κάστρα Ταΰγετος Χλωρίδα Πανίδα Σπήλαια Προϊόντα Άρωμα Μάνης
Δημιουργοί Απόψεις Εκδρομές Σύλλογοι Σύνδεσμοι Wallpaper Περιεχόμενα Βιβλιογραφία

 

Προηγούμενη

Επικοινωνία

Κανόνι «ΚΟΨΟΧΕΙΛΑ» στον Άγιο Δημήτρη, Δήμου Λεύκτρου1

Στις 20 Ιουνίου 1826 μετά τη πρώτη ημέρα επίθεσης του Ιμπραήμ στη Βέργα, επιβιβάστηκαν σε πλοία 1.5002 στρατιώτες με σκοπό την αποβίβασή τους στα νότια των Μανιατών. Ο Ιμπραήμ παραπλέει τα παράλια της Μάνης και κανονιοβολεί τις Κιτριές, τη Καρδαμύλη, τη Σελίνιτσα, τον Άγιο Δημήτριο και τη Τραχήλα, για να καταλήξει στο Διρό, όπου για ακόμη μια φορά ηττήθηκε από τους Μανιάτες.

Στη Σελίνιτσα, ο όρμος της Μάλσοβας - που στην αρχαία εποχή βρισκόταν το λιμάνι της Πέφνου - προσφερόταν για απόβαση. Ο μικρός όρμος βρισκόταν σε μικρή απόσταση από τη Βέργα και ήταν άριστα προφυλαγμένος από το νότο.

Το σχέδιο του Ιμπραήμ έγινε αντιληπτό από το γέρο καπετάνιο Χριστέα, που έμενε στο πύργο που είναι κτισμένος κοντά στη Μάλσοβα και απέναντι από τη νησίδα της Πέφνου3. Ο καπετάν Στρατής Χριστέας που φημιζόταν για τη παλικαριά, τη μόρφωση και τη σοφία του, δεν είχε λάβει μέρος στη μάχη της Βέργας, λόγω ηλικίας.

Ο Μανιατόκοσμος είχε πληροφορηθεί από τους αγγελιαφόρους της Βέργας, ότι ο Ιμπραήμ σκοπεύει να αποβιβάσει στρατεύματα στα παράλια της Μάνης. Όταν ο Καπετάν Χριστέας είδε τα εχθρικά πλοία, να παραπλέουν τον μύτικα της Καρδαμύλης έδωσε αμέσως το σύνθημα του συναγερμού στα γύρω χωριά και συγκεντρώνονται γέροι, καλόγεροι, γυναίκες.

Ο κανονιοβολισμός των παραθαλάσσιων χωριών από τα ανοικτά της θάλασσας είναι συνεχής και συγκεντρωμένοι Μανιάτες τραγουδούν:

«Γενιά της Μάνης είμαστε, σκλάβοι δεν θα γινούμε...
Κοπιάστε βρε τουρκόγυφτοι και τότε θα τα πούμε.
Της Μάνης γιόκες είμαστε, τους Τούρκους ποιος φοβάται;
Αυτούς τσε τις φοβέρες τους, όλοι βρε κατουράτε!...».

Στη συνέχεια οχυρώνονται στη βραχονησίδα, στο πύργο, στον όρμο και στη παραλία «Πανταζί». Τα πλοία πλησιάζουν τον όρμο και ο κανονιέρης Στέφανος Χριστέας κανονιοβολεί τα εχθρικά πλοία με το κανόνι που βρισκόταν εμπρός από το πύργο. Η πρώτη οβίδα βρίσκει τη ναυαρχίδα του Ιμπραήμ και της τσακίζει το φλάμπουρο, ενώ παράλληλα οι Μανιάτες πυροβολούν τους Τουρκοαιγύπτιους εισβολείς. Ο Ιμπραήμ νομίζει ότι βρίσκεται αντιμέτωπος με μεγάλη δύναμη Μανιατών και δίνει εντολή να κινηθεί ο στόλος προς το νότο. Κατευθύνεται στη Τραχήλα και την κανονιοβολεί, αλλά λόγω μικρής απόστασης από τον Άγιο Δημήτριο δεν επιχειρεί απόβαση και συνεχίζει για την Αρεόπολη και τον όρμο του Διρού.

 

Η Κοψοχείλα
Το Ιστορικό κανόνι, του οποίου χειριστής ήταν ο Στέφανος Χριστέας ή Ξυδέας, από τον Άγιο Δημήτρη, το είχε κουρσέψει ο Καπετάν Χριστέας με τα παλικάρια του από ένα μεγάλο Βενετσάνικο καράβι κάπου μακρυά στα πέλαγα της Μπαρμπαριάς. Ήταν σε όλη τη Μάνη, γνωστό με το όνομα «Κοψοχείλα», γιατί όταν κτύπησε την Ναυαρχίδα του Ιμπραήμ κόπηκε ένα κομμάτι από το επάνω μέρος του χείλους του.

Σήμερα η θρυλική «Κοψοχείλα» δεν υπάρχει. Κομματιάστηκε στις 26 Οκτωβρίου του 1936, στη γιορτή του Αγίου Δημήτριου. Είχε μείνει ως έθιμο κάθε χρόνο στη γιορτή του καθολικού του χωριού Άγιος Δημήτριος» να ρίχνουν μία κανονιά, «για να δίνουν τόνον εις την εορτήν, αλλά και να έρχεται εις την θύμησιν των Μανιατών το μεγάλο επίτευγμα του Ιστορικού αυτού κανονιού».

Εκείνο το χρόνο (1936), είχαν παραταπώσει το θρυλικό κανόνι με πολύ στουπί και βρεγμένο κεραμίδι για να κάνη έτσι μεγάλο κρότο. Όταν η μπαρούτη πήρε φωτιά το γερασμένο πια, κανόνι δεν άντεξε. Με ένα δαιμονισμένο βογκητό που ακούσθηκε σε ολόκληρη τη Μάνη, η θρυλική «Κοψοχείλα», άφησε την τελευταία της πνοή. Είχε γίνει χίλια κομμάτια. Τα λείψανα της «Κοψοχείλας», μέχρι πρότινος ήταν διασκορπισμένα και περιφρονημένα, από καιρό του διαμελισμού της γύρω από τον Ιστορικό Πύργου των Χριστέων, «χωρίς να δυνηθούν ποτέ να εύρουν μίαν κάποιον θέσιν εις μίαν έστω φτωχή γωνιά ενός Μουσείου δια να διατηρηθή ούτως η ωραία παράδοσις του Ιστορικού γεγονότος της Μάλσοβας, από το οποίον εξηρτήθη όχι μόνον η τύχη της Μάνης, αλλά και η τύχη ίσως και αυτού τούτου του μεγάλου και ιερού αγώνος, του αθανάτου Ελληνικού Έθνους!...

Το ότι η Μάλσοβα έσωσε την Βέργα, και η Βέργα έσωσε την επανάστασιν είναι κάτι το οποίον πολλοί πιστεύουν και υποστηρίζουν. Επιμένω - μου έγραφε πριν αρκετά χρόνια ο λόγιος Μανιάτης συμβολαιογράφος Πέτρος Κυβέλος - ότι η μάχη της Βέργας - Αρμυρού θα εχάνετο, πλευροκοπουμένων των αγωνιστών, αν επετύγχανον ν' αποβιβασθούν οι Τούρκοι εις Μάλσοβαν, ως επεχείρησαν...».

Παραπομπές
1.
Η μικρά αυτή εργασία μου είναι, εν πολλοίς καρπός αφηγήσεων και αρχειακών στοιχείων των αειμνήστων συμπατριωτών μου, Πέτρου Κυβέλου, Λυκούργου Τζανέα και Νικ. Περρέα.
2. Ο Φραντζής αναφέρει 3.500 και ο Μ. Κουτήφαρης σε 4.500.
3. Εδώ κατά το Παυσανία βρισκόταν η μικρή πόλη Πέφνος και στη βραχονησίδα τα αγάλματα των Διόσκουρων

Από το βιβλίο του Αλέκου Χρυσομάλλη «Η απόπειρα αποβάσεως του Ιμπραήμ εις Μάλσοβαν και το θρυλικό κανόνι ΚΟΨΟΧΕΙΛΑ», Καλαμάτα 1974.

Ο ΜΟRRIΤ στη Μάνη1

Ο Άγγλος αρχαιολόγος Lohn Morrit, ο όποιος επισκέφθηκε τη Μάνη τον Απρίλιο του 1795, φιλοξενήθηκε στο πύργο του καπετάν Χριστέα και γράφει τα εξής:

«Περίπου 2,5 μίλια πέραν από τα Λεύκτρα, ήλθαμε στο μικρό λιμένα της Πλάτσας, κλειόμενο από τον βράχο της Πέφνου, κοντά του ήταν ένας πύργος, διαμονή του Καπετάνιου Χριστέα, προς τον όποιον είχα σύστασιν. Εστείλαμε τα συστατικά μας γράμματα στον Καπετάνιο Χριστέα μ' ένα απεσταλμένο από την Καρδαμύλη. Έπειτα απ’ αυτό ήλθε προς προϋπάντησίν μας στο λιμάνι την ώρα της αποβάσεώς μας με την συνοδεία πολλών συντρόφων του. Αποχαιρετήσαμε τους φίλους μας της Καρδαμύλης, πού κατά την ώραν της αναχωρήσεώς τους μας έκαμαν μίαν φιλοφροσύνην, όχι ασυνήθη στη χώρα τους, πυροβολούντες με τα τουφέκια επάνω από τα κεφάλια μας. Επειδή όμως οι πυροβολισμοί δεν εγίνοντο προσεκτικά και κανονικά και ήσαν ένσφαιροι, η φιλοφροσύνη αυτή δεν μας ήταν καθόλου ευχάριστος.

Ο πύργος του Καπετάνιου ήταν κοντά στο λιμάνι, δίπλα του ήσαν αλλά οικήματα και μία μικρά αίθουσα. διασκεδάσεων, όπως στις Κιτριές. Εδώ, κατά τον Παυσανία, ήταν άλλοτε η μικρή πόλις Πέφνος, η θέσις της οποίας σημειώνεται τώρα μόνον από το βραχωτό νησάκι του λιμανιού. Η τοποθεσία στον καιρό μας ήταν ασήμαντη, και στο νησάκι δεν σωζόταν τίποτε, εκτός από δύο .μικρά μπρούτζινα αγαλματάκια του Κάστορος και του Πολυδεύκους, πού ήσαν ωστόσο θαυματουργώς ακίνητα, ακόμη και στη χειμωνιάτικη θύελλα από τα κύματα, πού ξεσπούσαν επάνω τους. Αλλά το θαύμα έπαυσε να εκτελήται πια και τα αγάλματα απέδρασαν.

Εξεκινήσαμε από το λιμάνι με τον φιλόξενον Καπετάνιο για τον πύργο του. Ο Καπετάν Χριστέας ο ιδιοκτήτης, ήταν ένας από τους ισχυρότερους και ταυτοχρόνως τους δραστηριοτέρους και φιλοταράχους Καπεταναίους της περιοχής. Είχε πληρώσει την φήμην πού είχε αποκτήσει με τίμημα τα σημάδια στο στήθος από τρεις σφαίρες και δύο ουλές στο πρόσωπο, εκτός από ελαφρότερα κτυπήματα στα χέρια και τα πόδια. Αληθινά η ζωή του ήταν μια συνεχής πειρατική ζωή κατά θάλασσαν και συγκρούσεων μέσα στη Μάνη. Ήταν 45 επάνω - κάτω χρόνων. Μας έδειξε με μεγάλην αυταρέσκεια τα λάφυρα, πού είχε συγκεντρώσει -από τις θαλάσσιες εκστρατείες του.

Μας συμπεριεφέρθη φιλικά και φιλόξενα. Ήταν πολύ ευχάριστος και έξυπνος στην συναναστροφήν του. Είχε προσφάτως αιχμαλωτίσει ένα μικρόν εμπορικον Γαλλικόν πλοίον και μας διηγήθη με δικαίαν οργήν την πάρα - κάτω πράξιν του πλοιάρχου, πού το κυβερνούσε: Αφού επήρε ανθρώπους, χρήματα κι' εμπορεύματα όσα είχε το πλοίο, είπε τέλος στον πλοίαρχον, δότι θα τον απεβίβαζε σε κάποιαν ακτή του Μοριά και ότι θα του πραγματοποιούσε κάθε χάρι, πού θα του ζητούσε, ο πλοίαρχος αδιαφορών δια την ελευθερίαν των ανδρών του, ή την περιουσίαν πού είχε αφίσει σ' αυτόν, εζήτησε μόνον μίαν ταμβακιέραν με τα μαλλιά κάποιας γυναικός και με μίαν άσεμνη εικόνα στο κάλυμμα.

Ο Χριστέας, αν και πειρατής, είχε θυμώσει για την απάνθρωπη και άκαρδη αυτή κουφότητα του πλοιάρχου, γι' αυτό απέσυρε την προσφορά του κι' άφησε τον πλοίαρχο με ένα υποκάμισον κι ένα πανταλόνι στο πλοίον, μόνον για την κυβέρνησίν του.

Μετέφερε το πλήρωμά του στην παραλία και μετέφερε και τα λάφυρά του στην Πλάτσα, οπού με μεγάλην ικανοποίησιν μας έδειξε την ταμπακοθήκη. Είχε περιπλακεί τον προηγούμενον του φθασίματός μας χρόνον σε εχθροπραξίες μ' ένα γείτονά του Καπετάνιο και επεχείρει την εκστρατείαν με 80 άνδρες και 30 γυναίκες υπό την αρχηγίαν της αδελφής του. Έπειτα από μερικούς ακροβολισμούς έγινε ειρήνη, αφού όμως μερικές από τις αμαζόνες του εσκοτώθησαν και ετραυματίσθη η αδελφή του κι' αυτός ο ίδιος. Στον πύργο του κατοικήσαμε σ' ένα καθαρόν και αναπαυτικόν δωμάτιον, πού οι τοίχοι του ήσαν χονδροί και τα παράθυρά του φραγμένα, με σίδηρα. Βαρέλια από πυρίτιδα ήσαν τοποθετημένα κατά μήκος κάτω από το ταβάνι σε ράφια. Οι άνθρωποι πού έμεναν στον πύργο είχαν ύφος εκτελούντων στρατιωτικήν υπηρεσίαν κι' ολόκληρον το μέρος παρουσίαζε τον χαρακτήρα του κυρίου του.

15 Απριλίου. Εμείναμε μία ημέρα στην παράξενη αυτήν κατοικία, το πρωί εμποδισθήκαμε από δυνατή βροχή να επεκτείνουμε τον περίπατό μας στα πέριξ του πύργου. Εγευματίσαμε με την οικογένεια στις 12 μεσημέρι, μετά το γεύμα επήγαμε στην αίθουσα του πύργου. Σ’ αυτή και στον περίβολό της ευρήκαμε 100 περίπου άτομα και των δύο φύλων, πάσης ηλικίας, πού μαζεύθηκαν ως φιλοξενούμενοι του Καπετάνιου. Είχαν συρρεύσει από τα γειτονικά χωριά και εχόρευαν με μεγάλη ζωηρότητα. Οι άνδρες κατά την διάρκεια του χορού επανειλημμένως πυροβολούσαν από τα παράθυρα, σαν να ήθελαν να συντροφεύσουν το άγριο γλέντι τους. Οι πυροβολισμοί τα γέλια και ο θόρυβος ήσαν απερίγραπτα. Μέσα στους άλλους χορούς χορεύθηκε και η Αριάδνη, πού αναγράφεται στο ταξίδι του Gujs, όπως και άλλοι πού εμείς δεν είχαμε άλλοτε ιδεί στην Ελλάδα. Οι άνδρες και οι γυναίκες εχόρευαν μαζί, πράγμα πού δεν ήταν συνηθισμένο στον άλλο Μοριά και τα νησιά. Όταν εμείς εσυγχαίραμε τον Καπετάνιο για την επιδεξιότητα των λυράρηδών του, πού έπαιζαν ένα όργανο με 3 χορδές, το οποίον ωνόμαζαν λύρα, μας απάντησε με λύπη του ότι είχε την τύχη να κατέχη ένα πολύ έμπειρο μουσικόν, ένα Γερμανό, πού επαιζεν όχι μόνον ελληνικούς χορούς, αλλά και πολλά Ιταλικά και Γερμανικά τραγούδια, αλλά το 1794 το δοξάρι του, αναθρεμμένο στην παραλυμένη ηθική της Δ. Ευρώπης και μη έχοντας ύπ' οψι του τα αυστηρά ήθη της Μάνης, τόσον πολύ επρόσβαλε με τις προτάσεις του την εξεγερθείσαν αγνότητα μιας ωραίας γυναίκας της γειτονιάς του, ώστε αυτή τον εσκότωσε έεπιτοπίως με πιστόλα. Επειδή επλησίαζε το βράδυ, οι ξένοι ανεχώρησαν για τα σπίτια τους, αφού έρριξαν έναν αποχαιρετιστήριο πυροβολισμό. Εμείναμε κι' εκείνη την νύκτα στου Χριστέα και εξεκινήσαμε για το Οίτυλον το επόμενο πρωί»2.

Παραπομπές
1.
Από το βιβλίο του Αλέκου Χρυσομάλλη «Η απόπειρα αποβάσεως του Ιμπραήμ εις Μάλσοβαν και το θρυλικό κανόνι ΚΟΨΟΧΕΙΛΑ», Καλαμάτα 1974.
2. Στ. Σκοπετέα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Άγγλου John Bacon Morrit 1795: «Στους πύργους της αδούλωτης Μάνης», περιοδικό Ιστορία και Ζωή» Αριθ. τεύχ. 12/1957 σ.σ. 704—705.

Συμβολή Θ.Κολοκ/νη ] Διακήρυξη σε Αμερική ] Διακήρυξη 23.03.1821 ] Βαλτέτσι ] Δερβενάκια ] Σπλάντζα ] Μάχες Βέργας & Διρού ] Καργάκος για Βέργα ] [ Κανόνι Κοψοχείλα ] Μάχη Ανδρούβιστας ] Μάχη Πολυάραβου ] Γυναίκες ηρωίδες ]