Ευχαριστώ
σε θάλασσα απ΄ τ΄ άδυτά μου βάθη
Που με το κύμα μόρφωσες την άμαθη ψυχή μου
Παιδί σα ήμουν κι έτρεχα να μ΄ αγκαλιάσ΄ η
αύρα
Οπού 'χε κάνει έρωτα με το τρελό αγιάζι
Και σένα
που ακάματα των ταπεινών τα πάθη
Φωτίζεις ήλιε άρχοντα, μ΄ αυτήν την
προσευχή μου
Σ΄ ευχαριστώ που την καρδιά στεφάνωσες με
λαύρα
Και τ΄ όνειρό μου έκανες στη λευτεριά να
μοιάζει!
Γιατί το
αίμα που κυλά στα ρείθρα του κορμιού μου
Κατάφορτό ' ναι με φωτιές μαχών και με
μπαρούτι
Κι ο ίδρωτάς μου λιβανιές μ΄ αρμύρα
αναδίνει
Σαν περπατώ σε χώματα και βράχια τιμημένα.
Αχ! κι
οι θυμήσεις που φρουρούν τα διάσελα του νου
μου
Να μη σκεπάσ΄ η λησμονιά τα ιερά τους πλούτη
Είναι Μανιάτισσες σκληρές που στων καιρών
τη δίνη
Να μείνω όρθιος μου ζητούν με μάτια
βουρκωμένα.
Και λεν΄
δεν πρέπει η ψυχή να ΄ναι μικρή παιδούλα
Μήτε φευγάτη κοπελιά, ούτε σκυφτή ζητιάνα
Παρά καλλίμορφη Θεά, γυναίκ΄ ανταρεμένη
Να μοιάζει με μια Παναγιά και με μια
Μπουμπουλίνα!
Να
γονατίζει ταπεινά χωρίς να είναι δούλα
Να υπομένει τους καημούς αγόγγυστα σα Μάνα
Να πολεμά τους κεραυνούς σαν είν΄ αδικημένη
Και κάθ΄ αυγή να κελαηδά γλυκά σαν
καρδερίνα...
Με
εκτίμηση
messinian (Γιώργος Ξυδιάς)
|